του Αντώνη Μαούνη* | |||||||||||
Τέτοια εμπόδια, τα περισσότερα με πραγματική βάση και λογικές αιτιάσεις, υποκρύπτουν ένα φόβο, που πρέπει να ξεπεράσουμε: Το φόβο απέναντι στο άγνωστο. Εδώ, άγνωστο είναι ο ανέντακτος στον ΣΥΡΙΖΑ κόσμος της ριζοσπαστικής αριστεράς. | |||||||||||
Το σχέδιο
Στη
διετία του μνημονίου, με στόχο την καπιταλιστική διέξοδο από την
κοινωνική κρίση, ξετυλίχτηκε ένα σχέδιο. Σχέδιο επιθετικό και -παρά τα
φαινόμενα- ολοκληρωμένο, στα σημεία:
1. Συντριβή της εργασίας.
2. Καταστροφή του βασικού κορμού της οικονομίας που δεν μπορεί να λειτουργεί ανταγωνιστικά με τα ασιατικά δεδομένα.
3. Fast track απαξίωση και αρπαγή του δημόσιου πλούτου από ιδιώτες
4.
Κατάλυση του δημόσιου γεωγραφικού χώρου. Η χωροταξία του παραδίδεται
βορά σε ποικίλους επιχειρηματίες και σε αστυνομικού σχεδιασμούς: Για να
πολωθεί -και σε όλες τις περιπτώσεις με επιχειρηματική εκτέλεση και
κερδοφορία - ανάμεσα σε νέες ζώνες ακριβών απολαύσεων (Ελληνικό, Άγιος
Κοσμάς) και σε στρατόπεδα εξαθλιωμένων, σήμερα για μετανάστες, αύριο για
κατεστραμμένες μάζες αστέγων. Πρόκειται για μια βραδυφλεγή βόμβα που
διογκώνεται απειλητικά. Ανάμεσα στους δύο πόλους βρίσκονται
εγκαταλειμμένες περιοχές, απογυμνωμένες από κάθε κοινωνική μέριμνα, με
την εγκληματικότητα να αγγίζει το σημείο βρασμού.
5.
Κατάλυση του δημόσιου κοινωνικού χώρου: Ασφάλιση, κάθε είδους πρόνοια,
στέγαση, σίτιση, υγεία, παιδεία, ενημέρωση, δημοκρατία, σε όλες τις
εκδοχές των δικαιωμάτων και των θεσμών τους, παραδίδονται στην
προσοδοφόρα ιδιωτική «μέριμνα».
6.
Πολιτιστικός σκοταδισμός, με ύμνους σε φασίζοντα τεχνοκρατικά ιδεώδη
(κυβέρνηση «αξίων», ασυμβίβαστο υπουργών-βουλευτών υποσχέθηκε
επανειλημμένα ο Σαμαράς στα προεκλογικά Ζάππεια), που μας εξοικειώνουν,
στην διακυβέρνησή μας από άξεστους υπαλλήλους που θα βαφτίζονται
«άξιοι», των τραπεζών σήμερα, αύριο των δικαστηρίων, ίσως και του
στρατού, που θεσμοθετεί ειδικά σώματα, για την αντιμετώπιση του
«εσωτερικού εχθρού».
7.
Καταφύγιο στη βία, τη θεσμοθετημένη και την παρακρατική. Την αστυνομική
και τη δικαστική αυθαιρεσία, που άρρηκτα συντονίζονται με την ανάπτυξη
του φασιστικού φαινομένου. Το κοινοβουλευτικό πολιτικό προσωπικό του
αστισμού αναγκάζεται σε αλλεπάλληλους εξευτελισμούς, παραδίδει εξουσία
και αρμοδιότητες, υιοθετεί τη φασιστική ρητορεία, ακολουθεί το δρόμο της
εκτροπής. Δεν είναι αφελείς. Αντιλαμβάνονται ότι η καταστροφή που
συντελείται δεν μπορεί να ολοκληρωθεί, με όρους συναίνεσης και
κοινοβουλευτικού κεκτημένου.
Στο
έδαφος τέτοιων εξελίξεων, επιδιώκεται η συνήθης καπιταλιστική διέξοδος:
Μια ανακατασκευή της κοινωνίας από τα ερείπια, με επενδύσεις ψηλής
κερδοφορίας έστω και σε περιορισμένη κλίμακα και με το λαό μαζικά στη
φτώχεια και την ανεργία.
Εκλογές: Μια νίκη που έμεινε μετέωρη.
Άμεση
πολιτική επιδίωξη για την εφαρμογή του σχεδίου και απαραίτητη
προϋπόθεσή του είναι μία: Το άδειασμα των δρόμων και των πλατειών, η
κάμψη και η απογοήτευση των κινήσεων και των κινημάτων αντίστασης και
αλληλεγγύης. Μόνο μια τέτοια σιωπή μπορεί να επιτρέψει την ολοκλήρωση
της καταστροφής.
Από
τον Μάη του 10, τις πλατείες του 11, το Φλεβάρη του ’12, τα κινήματα
και τα δίκτυα αλληλεγγύης, τα μαζικά πολυταξικά και πολυτασικά κινήματα,
κατάφεραν να ξεπεράσουν το αρχικό σοκ, να αντιμετωπίσουν το φόβο, να
μπλοκάρουν την εφαρμογή κρίσιμων νεοφιλελεύθερων στρατηγικών επιλογών.
Έσυραν το προσωπικό ενός καθεστώτος σε κρίση, ακριβώς σε αυτό που
έτρεμε: Τις εκλογές. Εύστοχα ο Μηλιός χαρακτήρισε νίκη την ίδια την
διεξαγωγή τους, αποτέλεσμα των μεγαλειωδών λαϊκών κινητοποιήσεων.
Όμως
ο αστισμός, παρά τους εκκωφαντικούς τριγμούς και κλυδωνισμούς του,
κατάφερε να συγκρατήσει τον ΣΥΡΙΖΑ στη θέση της αξιωματικής
αντιπολίτευσης. Εκείνη η νίκη μας, παραμένει στον αέρα και πρέπει να την
ολοκληρώσουμε.
Το παράδοξο της εκλογικής μας τακτικής.
Το
πρωτότυπο και το παράδοξο σε αυτές τις εκλογές ήταν ότι σε συνθήκες
άμυνας και για πρώτη φορά στην ιστορία της, η αριστερά διεκδίκησε την
κυβέρνηση. Ενόψει της καταστροφής που συντελείται αυτό ήταν και
παραμένει η μόνη λύση. Ξέραμε ότι δεν είμαστε επαρκώς προετοιμασμένοι γι
αυτό: Ιδίως απέναντι στην επίθεση που ούτως ή άλλως θα εκδηλωνόταν
αγριότερη. Ξέραμε ότι από τους καταστροφείς, δεν θα είχαμε ούτε μιας
μέρας ανοχή. Θα είχαμε όμως από τον λαό, που ενέπνευσε και ζήτησε να
αναλάβουμε αυτή την ευθύνη. Η διάψευση των προεκλογικών προβλέψεων όσο
και των δεσμεύσεων από τη σημερινή κυβέρνηση, τόσο από τις προχθεσινές
εξελίξεις στην ΕΕ -και πάλι υπαγορευμένες από ένα ευρωπαϊκό τραπεζικό
σύστημα σε προϊούσα αποσύνθεση - όσο και από την αξιοθρήνητη επιστολή
Σαμαρά, κηρύσσουν την έναρξη της επίθεσης, που θα είναι σκληρότερη από
ότι έχουμε ζήσει μέχρι σήμερα.
Η κατεύθυνση ΣΥΡΙΖΑ: Η σταθερά.
Η
άμυνα, δηλαδή η αντίσταση και η ανατροπή του μνημόνιου, αποτελεί τη
σταθερή βάση της κατεύθυνσής μας. Υπό τους όρους άμυνας οικοδομούνται
σήμερα τα θεμέλια μιας νέας κοινωνίας. Αυτό πρωτίστως θα κριθεί στους
δρόμους και στους μαζικούς αγώνες των θυμάτων του μνημόνιου. Εκεί πρέπει
να δοθεί το κύριο βάρος για την παρέμβαση και τις κατευθύνσεις μας, για
να μη μείνει μετέωρο το εκλογικό μας κεκτημένο.
Η κατεύθυνση ΣΥΡΙΖΑ: Το παλιό και τα κενά.
Η
μάχη που δώσαμε και θα συνεχίσουμε να δίνουμε μέσα στα κινήματα,
προσέλαβε τις μορφές που ξέρουμε πολύ καλά και που προσιδιάζουν στον
αμυντικό χαρακτήρα της: Την κατακερματισμένη και ασυνεχή της ανάπτυξή
της, το κυνήγι του αντιπάλου, με όρους πολιτικού ανταρτοπόλεμου, τα κενά
στην κατεύθυνση και την παρέμβασή μας. Πρόσφατα ο Δραγασάκης
χαρακτήρισε το σημερινό ΣΥΡΙΖΑ «στρατό ατάκτων». Στη διάρκεια της
προηγούμενης διετίας, αν και με λάθη και εκ των έσω βολές, από δεξιά και
από αριστερά, αυτός ο στρατός και αυτές οι μορφές είχαν αποτέλεσμα.
Μετά τις εκλογές, τον ρόλο και τον στόχο που ορίζουν για το ΣΥΡΙΖΑ, δεν
αρκούν.
Η κατεύθυνση ΣΥΡΙΖΑ: Η καινούργια μορφή.
Για
μια αξιωματική αντιπολίτευση, πολύ περισσότερο για μια κυβέρνηση,
σοβαρά κενά δεν συγχωρούνται, μπορεί να αποδειχτούν μοιραία. Άμυνα αλλά
με πλήρες σχέδιο: Αυτή είναι η νέα μορφή που οφείλουμε να οικοδομήσουμε
στην παρέμβασή μας.
Αυτό
που πρόσφατα ζήσαμε και που συνεχίζουμε να ζούμε, είναι η εκ των
ενόντων, η πρωτοβουλιακή συγκρότηση σχεδίων διακυβέρνησης της χώρας:
Χωρίς κανόνες δημοκρατικής συμμετοχής και ελέγχου από τον κόσμο του
ΣΥΡΙΖΑ, έπρεπε και πρέπει να καλύψουμε τα κενά. Έστω και με όρους
αδιαφάνειας και με προσωποκεντρική ανάληψη της ευθύνης, με δύο λόγια
«απ’ τα πάνω». Ήταν και παραμένει μια πολιτική υποχώρηση επιβεβλημένη.
Αρκεί να έχουμε συνείδηση της υποχώρησης αυτής. Να την επιλέξουμε και να
φροντίσουμε ταχύτατα να την επανορθώσουμε. Να την επανορθώσουμε
σημαίνει: Με δημοσιοποίηση των οργάνων που έχουν ήδη αναλάβει την ευθύνη
και των διαδικασιών που ήδη λειτούργησαν και λειτουργούν. Πρωτίστως, να
την επανορθώσουμε σημαίνει δημοκρατία.
Το
θέμα της συγκρότησης του ΣΥΡΙΖΑ, προκύπτει έτσι και ως ανάγκη αυτής της
νέας μορφής που οφείλουν να λάβουν οι πολιτικές του κατευθύνσεις. Της
μορφής του σχεδίου: Για να μην μείνουν αυτά υπόθεση ατελέσφορων ατομικών
πρωτοβουλιών ή και φιλοδοξιών. Κυρίως, για να μην εκτρέψουν τη σημερινή
ελπιδοφόρα πολιτική μας ανάδειξη, στις γνωστές, φθαρμένες ατραπούς,
κατά τα πασοκικά πρότυπα.
Υπενθυμίζω
εδώ την ανάγκη να συνεχιστεί η προεκλογική ενωτική, πλουραλιστική μας
απεύθυνση, η επιμονή μας στον διάλογο και με εκτός ΣΥΡΙΖΑ
αντιμνημονιακές δυνάμεις, πρωτίστως της αριστεράς, εφόσον η διαφορά τους
δεν εξαντλείται στην καταγραφή μιας ιδεολογικοποιημένης, στείρας
καταγραφής δυνάμεων. Με αρκετούς από αυτούς, επί χρόνια δίνουμε από
κοινού μάχες στο επίπεδο των μαζικών λαϊκών αγώνων. Είναι σημαντικό να
τους απευθύνουμε ενωτικό κάλεσμα και στο επίπεδο εκπόνησης του
κυβερνητικού μας σχεδίου. Μια ανταπόκρισή κάποιων δυνάμεων ή αγωνιστών
με γνώση των σχετικών αντικειμένων, μπορεί να έχει σημασία όχι μόνο
συμβολική, ακόμα και με την επιφύλαξη των επί μέρους ή των συνολικότερων
διαφορών μας.
Η συγκρότηση ΣΥΡΙΖΑ: Το επίτευγμα και τα εμπόδια.
Ο
ΣΥΡΙΖΑ έγινε εξαρχής αντιληπτός όχι ως εκλογική σύμπραξη αλλά το
λιγότερο ως πολιτικό μέτωπο. Και τα μέτωπα έχουν, οφείλουν να έχουν,
ιδίως αν όταν αναφέρονται στην αριστερά, δημοκρατική δομή. Κάποια βήματα
αναμφίβολα έγιναν. Δεν μπορεί να τα θεωρούμε όμως αρκετά. Υπήρξαν
εμπόδια για μια δημοκρατική συγκρότηση του ΣΥΡΙΖΑ μέχρι σήμερα. Αναφέρω
μερικά.
1.
Οι αρνητικές, κάποτε τραυματικές, εμπειρίες από βιαστικές ή εκβιασμένες
διαχύσεις οργανώσεων σε ευρύτερα ενωτικά εγχειρήματα από τη δεκαετία
του ’70 ως το 2000.
2. Ο φόβος της οργανωτικής επιβολής των μεγάλων συνιστωσών πάνω στις μικρές.
3.
Η κεκτημένη «αυτάρκεια» των συνιστωσών. Η «μεγάλη» όσο και οι «μικρές»,
διαπίστωναν τη διεύρυνση της παρουσίας τους, των πολιτικών
επιχειρησιακών τους δυνατοτήτων. Έστω και ατελές, το νέο σχήμα ήταν
βολικό για όλους. Βολικό όσο και τα καφενεία: Ιδίως όταν πολλοί από τους
θαμώνες τους έχουν αποδείξει ότι είναι «μια ομάδα μόνοι», όταν έχουν
δεδομένη την αναγνώριση από τους αγώνες μιας ζωής.
Τέτοια
εμπόδια, τα περισσότερα με πραγματική βάση και λογικές αιτιάσεις,
υποκρύπτουν ένα φόβο, που πρέπει να ξεπεράσουμε: Το φόβο απέναντι στο
άγνωστο. Εδώ, άγνωστο είναι ο ανέντακτος στον ΣΥΡΙΖΑ κόσμος της
ριζοσπαστικής αριστεράς. Αυτός που στήριξε τον ΣΥΡΙΖΑ αλλά ουσιαστικά
εμποδίστηκε να προσχωρήσει σε αυτόν. Γιατί αυτό που στήριξε, δεν είναι
οι μέσοι όροι και οι κοινοί παρονομαστές συνιστωσών και προσώπων. Δεν
επιθυμεί να στιχηθεί πίσω από κανέναν από όλους εμάς, ιδίως όταν
διαβλέπει ότι εκδηλώνονται τέτοιες επιδιώξεις. Για αυτόν τον κόσμο, το
επίτευγμα που ακόμη προσδοκά από τη συγκρότησή μας, είναι το άνοιγμά μας
στον κόσμο της ριζοσπαστικής αριστεράς. Όχι για να επιβραβεύσει
προκατασκευασμένες λύσεις αλλά για να συμμετάσχει ισότιμα στη διαμόρφωση
και την κριτική τους. Για να αναγνωριστούν με τόλμη τα υπαρκτά κενά
στις κατευθύνσεις μας, να καλυφθούν με τη δική του βοήθεια και συμμετοχή
και όχι να συγκαλυφτούν με κατασκευές ειδικών.
Η συγκρότηση ΣΥΡΙΖΑ: Κρίσιμες διακρίσεις και οριοθετήσεις.
Στη
συζήτηση για το ΣΥΡΙΖΑ συμβαίνει, ευτυχώς όχι συχνά αλλά συμβαίνει, να
γίνεται σύγχυση ανάμεσα στη δική του συγκρότηση και τη συγκρότηση των
κινημάτων, των δικτύων, των δράσεων αλληλεγγύης. Είναι επιτακτική η
ανάγκη και για τα δυο. Πρέπει όμως να τα διακρίνουμε. Το αντίθετο, θα
αποτελούσε απόπειρα χειραγώγησης, που δεν αναδεικνύει αλλά φθείρει τα
κοινωνικά κινήματα. Φαντάζομαι ότι με την εμπειρία των περσινών
πλατειών, όλοι καταλαβαίνουν τι εννοώ. Από την άλλη θα ωθούσε τον ΣΥΡΙΖΑ
σε ένα χωρίς αρχές «πολυσυλλεκτικό» κυβερνητισμό (τάση που ενθαρρύνεται
από την ισχυρή κοινοβουλευτική μας παρουσία) είτε στον «κινηματισμό»,
γνωστή μεταμαρξιστική, βουλησιαρχική ιδεολογία, που ως αντίδοτο του
«οικονομισμού», εκδηλώθηκε από το ‘68 και εντεύθεν: Αφού παρουσίασε την
μορφή κόμμα ως κακόφημη, την εγκατέλειψε στη διαβρωτική πελατειακή
λειτουργία των ιδιοτελών επαγγελματιών της πολιτικής. Όμως, αυτή η
απόρριψη κλείνει διεθνώς τον κύκλο της: Η διεθνής εμπειρία αλλά και η
πρόσφατη δική μας, έχουν καταδείξει ότι ακόμα και μεγαλειώδη κινήματα,
παραμένουν ευάλωτα στην καταστολή, χωρίς υποστήριξη από ανάλογο πολιτικό
βραχίονα.
Στην
ενδεχόμενη μελλοντική διακυβέρνηση, βέβαιο είναι ότι τέτοιες συγχύσεις
θα επαναληφθούν και σε άλλα πεδία: Σύγχυση στη σχέση κόμματος και
κυβέρνησης, με εκτροπή της διακυβέρνησης σε διοικητική επιβολή. Σύγχυση
ανάμεσα στην ανάπτυξη των (εν πολλοίς αμεσοδημοκρατικών) κινημάτων και
στον εκδημοκρατισμό του κράτους, με τη διάχυση και την υπαγωγή τους στη
δημόσια διοίκηση, τελικά την απώλεια του κινηματικού τους χαρακτήρα.
Τέτοιες
διακρίσεις, είναι κρίσιμες, για να υπερασπιστούμε την δημοκρατική
υπόσταση της φυσιογνωμίας μας, όσο και της κοινωνίας που διεκδικούμε.
Η συγκρότηση ΣΥΡΙΖΑ: Η δημοκρατία.
Έχουν
δίκιο όσοι απαιτούν την απόλυτη ισότητα δικαιωμάτων και ευθυνών για τα
μέλη του ΣΥΡΙΖΑ που μετέχουν στη λειτουργία των ποικίλων οργανώσεων
βάσης του. Τέτοια ισότιμη σχέση είναι η μόνη που προσιδιάζει στο
στρατηγικό βάρος της βάσης για ένα φορέα της αριστεράς. Γιατί η βάση
αποτελεί τον τόπο άμεσης επαφής και ριζώματός της στις μάζες του μόχθου
και των ριζοσπαστικών κοινωνικών κινημάτων. Αυτό το ρίζωμα είναι ακριβώς
το στρατηγικό ζητούμενο για την οργανωτική πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ, καθώς
αποτελεί την προϋπόθεση όσο και το μέτρο για την οικοδόμηση της
δημοκρατίας όπως εμείς την εννοούμε: Με την οργανωτική του πολιτική, ο
ΣΥΡΙΖΑ πρέπει να δίνει στον κινητοποιημένο λαό το δικαίωμα να μιλά.
Η
δημοκρατική θέσμιση του ΣΥΡΙΖΑ οφείλει να κινηθεί σε ρήξη με τη
γραφειοκρατική ή την τεχνοκρατική εκδοχή, με τις οποίες συγκροτείται το
πολιτικό στοιχείο που προσιδιάζει στις κεφαλαιοκρατικές δομές. Θα σταθώ
στη δεύτερη εκδοχή γιατί μας αφορά.
Η
τεχνοκρατική δομή εκδηλώθηκε στο ελληνικό αριστερό κίνημα από τη
δεκαετία του ’70, ως «υπέρβαση» του «από πάνω προς τα κάτω»,
κομμουνιστικού κομματικού μοντέλου, που επιβλήθηκε στον μεσοπόλεμο και
που κατά Ζίζεκ, «έχει ξεχάσει να πεθάνει». Αφετηρία της τεχνοκρατικής
οργανωτικής παρέμβασης στα μέτωπα και τα κινήματα, είναι η υποκατάσταση
της γνωστής γραφειοκρατικής «υπερπολιτικοποίησης» από μια
κατακερματισμένη πρόσληψη των κοινωνικών μετώπων όπου παρεμβαίνουμε, που
δεν αντιμετωπίζονται ως σχετικά αλλά -κατ’ ουσία- ως απολύτως αυτόνομα.
Οργανωτικά, επιχειρείται μια άρση αυτού του κατακερματισμού, όχι με τη
σύνθεση και την πολιτική τους συμπύκνωση που μόνο πολιτικά μπορεί να
επιτευχθεί, αλλά με τρόπο αθροιστικό: Αρκετά τυπικό χαρακτηριστικό της
δομής αυτής είναι η απόρριψη των κλαδικών και των μεσαίων οργάνων τους
και η «οριζόντια» συγκρότηση των μελών, σε τοπική μόνο βάση (βλέπε
ΣΥΡΙΖΑ μέχρι σήμερα, αλλά και ΑΝΤΑΡΣΥΑ). Τα συνήθη αποτελέσματα: Η
ελευθερία και η συλλογικότητα στην παρέμβασή μας μετατρέπεται σε
ατελέσφορο φιλελευθερισμό. Απ’ την άλλη, η διαμόρφωση των κεντρικών
κατευθύνσεων, γίνεται με τρόπο αδιαμεσολάβητο, ανεξέλεγκτο,
προσωποκεντρικό, τελικά εξίσου αυταρχικό.
Βέβαια,
το βάρος της ισότιμης συμμετοχής και εκπροσώπησης όλων των μελών, σε
σχέση και με την ιδιαίτερη εκπροσώπηση τάσεων και συνιστωσών, δεν μπορεί
να ρυθμίζεται με αναζήτηση «καθαρών» ή «σημαινόντων» μοντέλων, ούτε με
εύκολη ιδεολογικοποίηση των διαφορών αλλά με πολιτικές αποφάσεις. Με
νηφάλια εκτίμηση των δεδομένων της συγκυρίας όπου λαμβάνονται, πρωτίστως
της επάρκειας και του βάθους του ριζώματος μας στα πολύμορφα μέτωπα των
κοινωνικών αγώνων. Εκεί όπου αυτή η αποτίμηση κρίνεται θετική, η
οργανωτική μας πολιτική θα μπορεί να αναζητάει τη χειραφέτησή της, την
οικοδόμηση ενός ΣΥΡΙΖΑ ακηδεμόνευτου από τους γεννήτορες του, με
βαρύνουσες αμεσοδημοκρατικές δομές.
Στην
εισήγηση της Γραμματείας, επιτέλους προτείνεται συγκρότηση επιτροπών,
όχι μόνο σε τοπική βάση αλλά και σε κλαδική και θεματική: Πρόκειται για
μια μείζονα πρόοδο, προϋπόθεση για την εμπέδωση της δημοκρατίας στον
ΣΥΡΙΖΑ όσο και για την ανάπτυξη ενός επαρκούς πολιτικού σχεδίου σε όλα
τα επίπεδα και τα μέτωπα της παρέμβασής μας. Μπορεί να αποδειχτεί
αποφασιστικό, για το άνοιγμα της πόρτας του ΣΥΡΙΖΑ, στον κινητοποιημένο
κόσμο της ριζοσπαστικής αριστεράς.
Λίγα
λόγια για τη συγκρότηση των επιτροπών σε τοπική βάση, αυτών που συνήθως
αποκαλούμε επιτροπές ή συνελεύσεις ΣΥΡΙΖΑ γειτονιάς. Τα «τοπικά
κινήματα» είναι κινήματα με δική τους ιδιαιτερότητα και ρυθμούς. Κατά
βάση αναφέρονται στη σφαίρα της κυκλοφορίας και της κατανάλωσης
(κοινόχρηστοι χώροι, κυκλοφοριακό, διαχείριση απορριμμάτων, πολεοδομικός
σχεδιασμός, συμβιωτικές σχέσεις πολιτισμού, αυτοδιοίκηση κλπ). Η
υπαγωγή των πάντων στις τοπικές επιτροπές ΣΥΡΙΖΑ (συνδικαλιστικό κίνημα,
εργατικό κλπ, νεολαιΐστικο, παιδεία, υγεία, καλλιτέχνες, επιστήμονες,
φεμινιστικό, περιβάλλον κλπ), είναι αδύνατη. Έτσι, πολύ συχνά
μετατρέπονται οι τοπικές επιτροπές, σε απλούς προπαγανδιστές κεντρικών
αποφάσεων ή επί μέρους κατευθύνσεων, για τη διαμόρφωση των οποίων οι
ίδιες έχουν συμμετάσχει ελάχιστα ή καθόλου. Τελικά, καλύπτεται ανεπαρκώς
ο πολύ σοβαρός δικό τους ειδικός πολιτικός ρόλος, πλην εξαιρέσεων, που
δεν πρέπει να θεωρούμε αρκετές, όσο φωτεινές και αν αποδεικνύονται
μερικές, όπως το κίνημα ενάντια στα χαράτσια.
Είναι επείγουσα λοιπόν η συγκρότηση:
1. Κλαδικών και θεματικών επιτροπών βάσης, εκτός από τις τοπικές επιτροπές ΣΥΡΙΖΑ.
2. Συντονιστικών
μεσαίων οργάνων ανά περιφέρεια. Γιατί δεν μπορούμε να παραμένουμε ένας
ασπόνδυλος οργανισμός, μόνο με κορφή και ρίζες. Πρέπει να αποχτήσουμε
μέση, μια ισχυρή ραχοκοκαλιά δημοκρατικής λειτουργίας.
Τα
μέλη του ΣΥΡΙΖΑ που κρίνουν ότι τα μέτωπα όπου παρεμβαίνουν δεν μπορούν
αποτελεσματικά να υπαχθούν σε αυτό που προηγουμένως περιέγραψα και που
διεθνώς ονομάζεται «κίνημα της πόλης», ας ξεκινήσουν άμεσα να
συγκροτούν, κατ’ αρχή με ανοιχτό, μαζικό, ολομελειακό τρόπο, κλαδικές
και θεματικές και ας αποφασίσουν οι ίδιες καταρχήν για τον καλύτερο
τρόπο λειτουργίας και παρέμβασής τους. Τέτοιες αποφάσεις θα αποτελέσουν
τη δική τους συνεισφορά, υπό κρίση στην πορεία προς το ιδρυτικό συνέδριο
του κόμματός μας.
* Ο Αντώνης Μαούνης είναι μέλος της Πανελλαδικής Συντονιστικής Επιτροπής του ΣΥΡΙΖΑ
Πηγή: RED Notebook 11.9.2012
|
Σάββατο 15 Σεπτεμβρίου 2012
Οι εκλογές, σημείο καμπής για την φυσιογνωμία του ΣΥΡΙΖΑ
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου