Πηγή : Libération Popular
Οι καναδικές εταιρίες εξόρυξης αποτελούν το 75% του συνόλου των εξορυκτικών επιχειρήσεων. Ο Καναδάς κυριολεκτικά σκάβει το πλανήτη.
Ο υπουργός Εξωτερικών Ed Fast λέει, “Ο εξορυκτικός τομέας του Καναδά…
είναι ηγέτης όσον αφορά την υπευθυνότητα στις εξορυκτικές πρακτικές,
και είμαστε περήφανοι για την ευημερία που ο τομέας αυτός δημιουργεί
στην πατρίδα αλλά και σε κάθε γωνιά του πλανήτη”.
Τα πολιτικά, κοινωνικά και περιβαλλοντολογικά κόστη, όμως είναι πολύ
μεγαλύτερα από ότι η Καναδική κυβέρνηση ή οι εξορυκτικές επιχειρήσεις
θέλουν να σε κάνουν να πιστεύεις.
Στην Λατινική Αμερική, ο Καναδάς
και η εξορυκτική του βιομηχανία αντιμετωπίζονται σαν νέοι
conquistadores, είναι διψασμένοι για γη και ορυκτά και πεινασμένοι για
εξουσία. Οι καναδικές εταιρείες εξόρυξης βρίσκονται συχνά στο επίκεντρο
κοινοτικών συγκρούσεων, τόσο σε κοινότητες Ιθαγενών όσο και σε μη
Ιθαγενών , και συνδέονται με βία, περιβαλλοντολογική υποβάθμιση,
διαφθορά και φόνους. Έρευνα1 που πραγματοποιήθηκε από την
ίδια την Ένωση Εξόρυξης και Ανάπτυξης του Καναδά (PDAC) βρήκε πως οι
καναδικές εταιρίες εξόρυξης ήταν στην κορυφή των παραβιάσεων των
ανθρώπινων και περιβαλλοντολογικών δικαιωμάτων στο κόσμο. Αποτρόπαια
παραδείγματα στην Γουατεμάλα, το Ελ Σαλβαντόρ και την Ονδούρα, αποδυναμώνουν περαιτέρω τον ισχυρισμό του Καναδά πως φέρνει “το καλό” στο κόσμο.
Οι παραβιάσεις από τις καναδικές εταιρίες εξόρυξης των ανθρώπινων και
περιβαλλοντολογικών δικαιωμάτων έχουν καταγραφεί εκτενώς από τις
κοινότητες που πλήττονται, ΜΚΟ και διεθνείς ομάδες αλληλεγγύης. Τέτοιες
αδικίες είναι απτά παραδείγματα της βαθιάς δομικής βίας με την οποία οι
εξορυκτικές του Καναδά είναι εγγενώς συνδεδεμένες. Οι πράξεις τους, υπό
το προσωπείο της “ανάπτυξης”, έχουν υποσκάψει την διακυβέρνηση στις
χώρες που η δημοκρατία μπορεί να περιγράφει σαν “άνιση”.
Η νομικός ερευνητής Debbie Johnston γράφει:
“Η βιομηχανία εξόρυξης του Καναδά αναζητά διαρκώς
ανεκμετάλλευτους φυσικούς πόρους που βρίσκονται σε υποανάπτυκτα κράτη
που έχουν αδύναμες, αποτυχημένες ή και συχνά αυταρχικές κυβερνήσεις, που
έχουν ανάγκη ξένες επενδύσεις σε κεφάλαιο και τεχνολογία για να
εκμεταλλευτούν τους πόρους τους , για να ευημερήσουν και σε κάποιες
περιπτώσεις για να μείνουν στην εξουσία’. Οι καναδικές εταιρείες
επιλέγουν συνειδητά να κάνουν δουλειές σε χώρες της Κεντρικής Αμερικής με διεφθαρμένες κυβερνήσεις και συχνά περιορισμένη δημόσια στήριξη.
Η Γουατεμάλα για παράδειγμα, είναι βυθισμένη σε ένα
μεγάλο σκάνδαλο διαφθοράς. Χιλιάδες άνθρωποι σε όλοι τη χώρα κατακλύζουν
τις πλατείες και τους δρόμους σε όλους τους δήμους και στην πρωτεύουσα
απαιτώντας το τέλος της διαφθοράς, της ατιμωρησίας και ακόμη και την
παραίτηση του πρώην στρατηγού και νυν προέδρου Otto Perez Mollina.
Αν και ο πρόεδρος παραμένει στη θέση του, πολλοί από τους υπουργούς του έχουν παραιτηθεί. Ανάμεσά τους ο Erik Archila,
υπουργός Ενέργειας και Ορυχείων, που επέβλεψε την αδειοδότηση πολλών
σχεδίων εξερεύνησης και εκμετάλλευσης καναδικών εξορυκτικών
επιχειρήσεων. Ο Archila τώρα αντιμετωπίζει
κακουργηματικές κατηγορίες για την χορήγηση άδειας εκμετάλλευσης στην
καναδική Tahoe Resources Inc. “χωρίς να λάβει υπόψιν του περισσότερες
από 250 καταγγελίες ενάντια στο σχέδιο από την τοπική κοινότητα”, όπως
γράφει2 η Ellen Moore του NISGUA. Το 2012 η Tahoe Resources άνοιξε το ορυχείο αργύρου της στην κοινότητα της Santa Rosa παρά την γενικευμένη αντίδραση3 από τους αυτόχθονες της φυλής Xinca και τους τους χωρικούς που ζούσαν στην περιοχή. Από το 2005, περίπου ένα εκατομμύριο κάτοικοι της Γουατεμάλας ψήφισαν “Όχι” στην εξόρυξη στις περιοχές τους μέσα από τοπικά συμβούλια. “Consultas” που πραγματοποιήθηκαν σε περιοχές αυτοχθόνων προστατεύονται από την Συνθήκη 1694 του
Διεθνούς Οργανισμού Εργασίας (ILO), που υπογραμμίζει τα δικαιώματα της
κοινότητας σε ελεύθερη και μετά από πληροφόρηση συγκατάθεση των
αυτοχθόνων σε πολιτικές και αναπτυξιακά σχέδια που επηρεάζουν τον τρόπο
ζωής τους. Παρά την σφοδρή αντίδραση, πολυάριθμες Καναδικές εξορυκτικές
συνεχίζουν να λειτουργούν στη χώρα.
Η καναδική μεταλλευτική εταιρία Goldcorp Inc., της οποίας το ορυχείο Merlin5 είναι
ήδη στο 10 χρόνο λειτουργίας στις περιοχές των αυτοχθόνων Μάγια των
φυλών Mam και Sipakapense, παρά την συντριπτική απόρριψή του
χρυσωρυχείου από τους ντόπιους. Η Goldcorp ποινικοποιεί6 ασταμάτητα
τους αυτόχθονες και τους χωρικούς άνδρες και γυναίκες που αντιτίθενται
στο στα μεγάλα σχέδια της και απέφυγε ακόμη και εντολή για διακοπή των
εργασιών της από την Δια-αμερικανική Επιτροπή για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα (IACHR) όταν ζητήματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων και περιβάλλοντος τέθηκαν υπόψιν του διεθνούς οργανισμού.
Στην Ονδούρα, ο Καναδάς έπαιξε καίριο ρόλο στην στήριξη του υποκινούμενου από τις ΗΠΑ στρατιωτικό πραξικόπημα το 20097. Αρνήθηκε την επιβολή κυρώσεων προς το de facto στρατιωτικό καθεστώς εξαιτίας των Καναδικών οικονομικών επενδύσεων στη χώρα. Λίγο αργότερα η Πρεσβεία του Καναδά
πίεσε για μεταρρυθμίσεις στο νομικό πλαίσιο για τις εξορύξεις στη χώρα,
παρά την αντίθεση της κοινωνίας στην εξόρυξη ανοιχτού τύπου. Σύμφωνα με
μια αναφορά του 2012 από το Καναδικό Παρατηρητήριο Εξορύξεων, από “τον Ιανουάριο του 2010 εως τον Ιανουάριο του 2013, Καναδοί αντιπρόσωποι εργάστηκαν σκληρά για να ανοίξει ο δρόμος για μια νομοθεσία πολύ πιο ευνοϊκή για τις Καναδικές εταιρίες”. Σε ανάλογη έκθεση το Συμβούλιο για τις Σχέσεις στο Ημισφαίριο διαπίστωσε πως ο Καναδάς ήταν από τους κύριους παράγοντες πίσω από την δημιουργία8 του Εθνικού Συνδέσμου Εξόρυξης Μετάλλων της Ονδούρας (ANAMINH), που επιτρέπει εφόρου ζωής παραχωρήσεις, φοροαπαλλαγές και δικαιώματα στο υπέδαφος σε Καναδικές εταιρίες. Ο Καναδάς έγειρε την ζυγαριά προς όφελός του με την πίεση για μεγαλύτερες παραχωρήσεις για τις ξένες επενδύσεις στον εξορυκτικό τομέα.
Πέρα από το νέο νόμο για τις εξορύξεις, ο Καναδάς
έθεσε τον εαυτό του σε πλεονεκτική θέση στην συνθήκη ελεύθερου εμπορίου
Καναδά-Ονδούρας του 2014, που ευεργετεί τις επιχειρήσεις στις εμπορικές
τους σχέσεις με το κράτος. Το Συμβούλιο των Καναδών,
μια οργάνωση για την κοινωνική δικαιοσύνη, πιστεύει πως η συνθήκη
ελεύθερου εμπορίου θα “εξασθενίσει την ικανότητα της κυβέρνησης να
νομοθετεί για το δημόσιο συμφέρον και θα υπονομεύσει τα κοινοτικά, τα
ανθρώπινα, τα εργασιακά και περιβαλλοντολογικά δικαιώματα”. Στην Ονδούρα, 52 τις εκατό του συνόλου των συγκρούσεων ξεκινούν από την διαχείριση των φυσικών πόρων. Η παρουσία της Goldcorp
στη κοιλάδα της Siria έχει δημιουργήσει σημαντικές ανησυχίες γύρω από
την χρήση και μόλυνση, από πλευράς πολυεθνικής, των υδάτινων αποθεμάτων
της περιοχής και τις επακόλουθες συνέπειες στην υγεία από την εξόρυξη
των μεταλλευμάτων. Παρά τις καταγγελίες για την παραβίαση των ανθρώπινων
και περιβαλλοντολογικών δικαιωμάτων, η εταιρία συνεχίζει την λειτουργία
της με πλήρη ατιμωρησία.
Στο γειτονικό Ελ Σαλβαντόρ, η κυβέρνηση επέβαλε μορατόριουμ στην εξόρυξη το 20089 μετά
από την μεγάλη δημόσια κινητοποίηση για την απαγόρευση των εξορυκτικών
δραστηριοτήτων και για την προστασία των όλο και μικρότερων αποθεμάτων
νερού της χώρας. Με την εφαρμογή του, οι άδειες εξόρυξης που είχαν δοθεί
έως τότε ανακλήθηκαν, βάζοντας έτσι τέλος στις μεταλλευτικές
δραστηριότητες σε μια περίοδο που η τιμή του χρυσού ξεπερνούσε τα 1000$ η
ουγκιά.
Η καναδική Pacific Rim Mining Corp. (έχει μετονομαστεί σε OceanaGold) μήνησε το Ελ Σαλβαντόρ για 301 εκατομμύρια, περίπου το 5% του ΑΕΠ της χώρας10. Χωρίς αμφιβολία, μηνήσεις σαν αυτή απειλούν τις δημοκρατικές διαδικασίες λήψης αποφάσεων στο Ελ Σαλβαντόρ
(και σε άλλες χώρες), αλλά και την ικανότητα της χώρας να
χρηματοδοτήσει την δημόσια υγεία και την παιδεία. Αυτές οι περιπτώσεις
ακούγονται όλο και πιο συχνά στο Διεθνές Κέντρο Επίλυσης Επενδυτικών Υποθέσεων (ICSID), το διαιτητικό δικαστήριο της Παγκόσμιας Τράπεζας. Το Καναδικό Παρατηρητήριο Εξορύξεων,
ο αριθμός των μηνύσεων επενδυτών προς κρατών αυξήθηκαν από μόλις 3 το
2000 σε 169 το 2013, οι μισές από τις οποίες είναι εναντίον κρατών της
Λατινικής Αμερικής. Οι πολυεθνικές έχουν ουσιαστικά την δύναμη να
αφαιρούν την δυνατότητα λήψης αποφάσεων από τους πολίτες, με το να
σέρνουν οικονομικά ασθενέστερα κράτη σε διεθνή δικαστήρια.
Η ανάμιξη του Καναδά στην Κεντρική Αμερική
έχει υποσκάψει την δημοκρατία στην περιοχή. Οι καναδικές εταιρίες
εξόρυξης συχνά στηρίζουν ανεξέλεγκτες κυβερνήσεις και αναπαράγουν την
διαφθορά σε τοπικό και εθνικό επίπεδο. Παρά το αποκρουστικό ιστορικό
τους σε παραβιάσεις δικαιωμάτων των αυτοχθόνων, των ανθρώπινων και
περιβαλλοντολογικών δικαιωμάτων, οι καναδικές πολυεθνικές απειλούν να
μολύνουν τις μελλοντικές γενιές με κυβερνήσεις που χαρακτηρίζονται από
ακόμα μεγαλύτερη διαφθορά και ατιμωρησία και που θα συνεχίσουν να
βάζουν τα συμφέροντα του ξένου κεφαλαίου πάνω από το δημόσιο συμφέρον.
Με το να υποσκάπτουν προσπάθειες που βασίζονται στα ανθρώπινα δικαιώματα από κοινότητες, οργανισμούς και κυβερνήσεις, οι Καναδικές εξορυκτικές πολυεθνικές αποσταθεροποιούν τις ήδη εύθραυστες, μετεμφυλιακές χώρες όπως η Γουατεμάλα, η Ονδούρα και το Ελ Σαλβαντόρ.
Alexandra Pedersen*
*είναι Καναδή ακτιβίστρια και υποψήφια διδάκτορας Γεωγραφίας στο Queen’s University.
- https://www.thestar.com/news/canada/2010/10/19/canadian_mining_firms_worst_for_environment_rights_report.html
- http://www.miningwatch.ca/blog/wake-guatemala-corruption-scandals-tahoe-resources-escobal-licence-faces-legal-challenge
- https://intercontinentalcry.org/guatemala-recent-attacks-against-the-xinca-demand-a-full-and-impartial-investigation/
- http://www.ilo.org/indigenous/Conventions/no169/lang–en/index.htm
- http://micla.ca/conflicts/marlin-mine-2/
- http://www.nisgua.org/themes_campaigns/index.asp?id=3198
- http://lap.sagepub.com/content/40/5/44.abstract
- http://www.coha.org/canadas-controversial-engagement-in-honduras/
- https://nacla.org/article/mining-ban-el-salvador
- http://www.telesurtv.net/english/analysis/OceanaGold-vs-El-Salvador-Foreshadowing-Trade-Under-the-TPP–20150623-0029.html
Μετάφραση Δημήτρης Πλαστήρας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου