Υπάρχει ελευθερία λόγου στον ΣΥΡΙΖΑ;
Και αν δεν υπάρχει πώς διαμορφώνει γνώμη και παίρνει αποφάσεις το κόμμα;
Χωρίς ελευθερία διατύπωσης γνώμης πώς εξασφαλίζεται η ελεύθερη διαμόρφωση άποψης;
Σε ένα δημοκρατικό αριστερό κόμμα επιτρέπεται ή όχι η δημόσια επώνυμη διατύπωση γνώμης;
Και άν τίποτα από τα παραπάνω δεν τηρείται, το κόμμα εξακολουθεί να είναι αριστερό και δημοκρατικό;
Τί θα κάνατε γελοίοι αν είχατε την ευθύνη ενός δημόσιου μέσου σαν την ΕΡΤ;
Αυτός είναι ίσως και ο λόγος που την αφήσατε να χαθεί. Δεν θα μπορούσατε με κανέναν τρόπο να αντέξετε μια ελεύθερη ΕΡΤ που να νικήσει. Διότι η ελευθερία είναι επικίνδυνη για κάθε εξουσία.
Οι 53 θα πάρουν θέση για την επιβεβλημένη σιωπή στο σύνολο των μελών του
κόμματος ή όλα πάνε καλά μόλις εισακουστούν και επανακάμψουν στα πόστα
τους;
Δεν είναι δυνατό να βρεθεί η σελίδα "/news/gia-tin-taxiki-vasi-tis-esokommatikis-diapalis-ston-syriza" που ζητήθηκε.
2014 © left.gr | στείλτε μας νεα, σχόλια ή παρατηρήσεις στο
info.left.gr@gmail.com
§ Όροι χρήσης για αναδημοσιεύσεις Αναφορά Δημιουργού-Μη Εμπορική Χρήση 3.0 Μη εισαγόμενο (CC BY-NC 3.0)
§ Όροι χρήσης για αναδημοσιεύσεις Αναφορά Δημιουργού-Μη Εμπορική Χρήση 3.0 Μη εισαγόμενο (CC BY-NC 3.0)
Το άρθρο λοιπόν που λογοκρίθηκε από το LEFT.gr το αναδημοσιεύουμε εδώ κατανοώντας την κατάντια ενός φοβισμένου οργανισμού που δεν αντέχει ούτε τη σκιά του πρότερου εαυτού του.
Για την ταξική βάση της εσωκομματικής διαπάλης στον ΣΥΡΙΖΑ
Αναδημοσίευση από το left.gr
του Γιώργου Καλαντζόπουλου
Ο καθένας έχει το δικαίωμα να
αυτοπροσδιορίζεται ως πολιτικός εκφραστής των ιστορικών καθηκόντων της
εργατικής τάξης, έχει δικαίωμα να καταλαβαίνει ότι θέλει και να δηλώνει
ότι θέλει. Όμως η ταξική πάλη είναι σκληρή και δύσκολα ξεμπερδεύει
κανείς μαζί της. Από την στιγμή που ο ΣΥΡΙΖΑ έγινε “εφαψίας” της
κυβερνητικής εξουσίας, αναβαθμίστηκε και η θέση του σε σχέση με την
ταξική πάλη με αποτέλεσμα να μετατραπεί σε πεδίο έντονων συγκρούσεων και
ανακατατάξεων. Όμως δεν αναβαθμίστηκε ούτε η θέση ούτε η δυναμική του
λαϊκού παράγοντα στο εσωτερικό του και οι υπάρχοντες μηχανισμοί ανέλαβαν
να διαχειριστούν την νέα κατάσταση. Δεν είναι όμως καθόλου βέβαιο ότι
μπορούν να το πράξουν, ενώ οι ενδείξεις που συνηγορούν για το αντίθετο
είναι αρκετές. Ακόμα - είναι γνωστό από παλιά - ότι όταν “ακουμπάς” το
κράτος, φροντίζει και αυτό να σε ακουμπήσει. Προεκλογικά, στην υπόθεση
Σαμπιχά σημειώθηκε ένα τέτοιο άγγιγμα από το «βαθύ κράτος»...
1. Η ανάδειξη ταξικού επίδικου
Αν λοιπόν θέλουμε να αντιληφθούμε τον χαρακτήρα αλλά και τα όρια της
συζήτησης που άνοιξε στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ μετά τις εκλογές του Μάη,
θα πρέπει να διαχωρίσουμε το επίδικο της ταξικής πάλης, από τα επίδικα
της εσωκομματικής πολιτικής αντιπαράθεσης. Επίδικα τα οποία
συσκοτίζονται εκτός των άλλων και από την μικροπολιτική φατριαστικών
αντιπαραθέσεων. Η διάκριση αυτή είναι σημαντική: Οι κυρίαρχες αντιλήψεις
στην Αριστερά ιδεολογικοποιώντας τις υπαρκτές (φανερές και κρυφές)
σχέσεις ανάμεσα σε αυτά τα διακριτά επίδικα, αμφισβητούν την ύπαρξη του
ταξικού, μέσω της υποταγής του στο πολιτικό.
Ο ΣΥΡΙΖΑ, όπως και το σύνολο των πολιτικών σχηματισμών της Αριστεράς, θεωρεί δεδομένο τον ρόλο του στην ταξική πάλη. Η ιστορία τον έγραψε με το ίδιο το χεράκι της. Όποιος έχει αμφιβολίες ή αμφισβητεί αυτό τον ρόλο, παραπέμπεται για τα περαιτέρω στις ... “προγραμματικές διακηρύξεις”: Εκεί συμπυκνώνεται η μακρόχρονη εμπειρία ταξικών αγώνων και η θεωρητική τους αποκρυστάλλωση.
Η ιστορία είναι πανταχού παρούσα, όπως ο Θεός. Δεν παρέδωσε μόνον τις “δέκα εντολές”, αλλά παρακολουθεί την πιστή τήρηση και την εφαρμογή τους: Γιαυτό σε κάθε συγκυρία τα πολιτικά υποκείμενα που τις παραλαμβάνουν, εγκαλούνται ως προς την “αποτελεσματικότητα” και την “συνέπεια”, τόσο της πολιτικής γραμμής που χαράσσουν, όσο και των πολιτικών σχεδίων που εκπονούν. Αυτός σχηματικά είναι ο “ιδεολογικός μηχανισμός” των πολιτικών σχηματισμών της παραδοσιακής Αριστεράς, στους οποίους ανήκει και ο ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος αναδεικνύει τα πολιτικά επίδικα, προσδιορίζει τα πλαίσια διαλόγου και θέτει τα όρια της εσωκομματικής διαπάλης: Το δίπολο “αποτελεσματικότητα – συνέπεια” είναι ένα κλειστό σύστημα αξιολόγησης (εμπεριέχει και “διαλεκτική” για την αυτοϊκανοποίηση των μαρξιστών), το οποίο ταξινομεί την πολιτική διάκριση των απόψεων ανάμεσα σε “δεξιές” (κυριαρχία της αποτελεσματικότητας) και “αριστερές” (κυριαρχία της συνέπειας), αλλά εξασφαλίζει και τις συνθήκες συνύπαρξής τους και τους όρους αναπαραγωγής του κομματικού μηχανισμού (υπηρέτες των ίδιων ιστορικών καθηκόντων).
Πρόκειται για μια ταξινόμηση που συχνά αποκρύπτει και διαστρεβλώνει τα ταξικά επίδικα της συγκυρίας. Μερικές φορές μάλιστα τα αντιστρέφει: Πολιτικές που εμφανίζονται ως αριστερές, μπορούν να λειτουργούν στο χώρο της ταξικής πάλης προς όφελος του αντιπάλου, όπως για παράδειγμα λειτούργησε η προεκλογική γραμμή “τρεις κάλπες, μία μάχη” για τον ΣΥΡΙΖΑ. Οι εμπνευστές και οι υποστηρικτές της την πρόβαλαν ως αριστερή γραμμή. Εξάλλου, το εύρος της αριστεροσύνης της ξεπερνάει τα στενά όρια του ΣΥΡΙΖΑ. Αυτή η γραμμή - ίδια και απαράλλακτη – ήταν και η γραμμή άλλων χώρων της παραδοσιακής Αριστεράς (όπως της ΑΝΤΑΡΣΥΑ και του ΚΚΕ). Χώρων οι οποίοι διεκδικούν από την Ιστορία ότι κάποτε θα καταγραφούν ως πιο “συνεπείς” αριστεροί από τον ΣΥΡΙΖΑ. Σήμερα, κάποιοι από τους υποστηρικτές αυτής της γραμμής εντός του ΣΥΡΙΖΑ, προβάλλουν το βαρετά κοινότυπο επιχείρημα: Δεν εφαρμόστηκε σωστά. Δηλαδή, είμαστε συνεπείς αλλά δεν καταφέραμε να γίνουμε αποτελεσματικοί. Κάποιοι άλλοι, δεν λένε ούτε καν αυτό. Επιμένουν να λένε ότι αυτή η γραμμή επαληθεύτηκε...
Με τον ίδιο ακριβώς τρόπο στην μετεκλογική συγκυρία το δίπολο “αποτελεσματικότητα – συνέπεια” επικαθορίζει ως ιδεολογική πρακτική τα νέα πολιτικά διλήμματα της εσωκομματικής διαπάλης, όπως αυτό που κυριαρχεί σε πολλές αντιπαραθέσεις: Κυβέρνηση εθνικής σωτηρίας ή αυτοδυναμία; Όμως το επίδικο της ταξικής πάλης είναι άλλο, πολύ ευρύτερο και δεν μπορεί να περιοριστεί εντός των ορίων που θέτουν ανάλογα διλήμματα. Αυτό που κρίνεται σήμερα είναι αν ο ΣΥΡΙΖΑ θα μετατραπεί σε μοχλό σταθεροποίησης του πολιτικού συστήματος ή θα αποτελέσει αντισυστημική και ανατρεπτική δύναμη. Μέσος δρόμος δεν υπάρχει σε συνθήκες βαθιάς κοινωνικής πόλωσης και γενικευμένης κρίσης του κοινοβουλευτικού συστήματος.
Ο ΣΥΡΙΖΑ, όπως και το σύνολο των πολιτικών σχηματισμών της Αριστεράς, θεωρεί δεδομένο τον ρόλο του στην ταξική πάλη. Η ιστορία τον έγραψε με το ίδιο το χεράκι της. Όποιος έχει αμφιβολίες ή αμφισβητεί αυτό τον ρόλο, παραπέμπεται για τα περαιτέρω στις ... “προγραμματικές διακηρύξεις”: Εκεί συμπυκνώνεται η μακρόχρονη εμπειρία ταξικών αγώνων και η θεωρητική τους αποκρυστάλλωση.
Η ιστορία είναι πανταχού παρούσα, όπως ο Θεός. Δεν παρέδωσε μόνον τις “δέκα εντολές”, αλλά παρακολουθεί την πιστή τήρηση και την εφαρμογή τους: Γιαυτό σε κάθε συγκυρία τα πολιτικά υποκείμενα που τις παραλαμβάνουν, εγκαλούνται ως προς την “αποτελεσματικότητα” και την “συνέπεια”, τόσο της πολιτικής γραμμής που χαράσσουν, όσο και των πολιτικών σχεδίων που εκπονούν. Αυτός σχηματικά είναι ο “ιδεολογικός μηχανισμός” των πολιτικών σχηματισμών της παραδοσιακής Αριστεράς, στους οποίους ανήκει και ο ΣΥΡΙΖΑ, ο οποίος αναδεικνύει τα πολιτικά επίδικα, προσδιορίζει τα πλαίσια διαλόγου και θέτει τα όρια της εσωκομματικής διαπάλης: Το δίπολο “αποτελεσματικότητα – συνέπεια” είναι ένα κλειστό σύστημα αξιολόγησης (εμπεριέχει και “διαλεκτική” για την αυτοϊκανοποίηση των μαρξιστών), το οποίο ταξινομεί την πολιτική διάκριση των απόψεων ανάμεσα σε “δεξιές” (κυριαρχία της αποτελεσματικότητας) και “αριστερές” (κυριαρχία της συνέπειας), αλλά εξασφαλίζει και τις συνθήκες συνύπαρξής τους και τους όρους αναπαραγωγής του κομματικού μηχανισμού (υπηρέτες των ίδιων ιστορικών καθηκόντων).
Πρόκειται για μια ταξινόμηση που συχνά αποκρύπτει και διαστρεβλώνει τα ταξικά επίδικα της συγκυρίας. Μερικές φορές μάλιστα τα αντιστρέφει: Πολιτικές που εμφανίζονται ως αριστερές, μπορούν να λειτουργούν στο χώρο της ταξικής πάλης προς όφελος του αντιπάλου, όπως για παράδειγμα λειτούργησε η προεκλογική γραμμή “τρεις κάλπες, μία μάχη” για τον ΣΥΡΙΖΑ. Οι εμπνευστές και οι υποστηρικτές της την πρόβαλαν ως αριστερή γραμμή. Εξάλλου, το εύρος της αριστεροσύνης της ξεπερνάει τα στενά όρια του ΣΥΡΙΖΑ. Αυτή η γραμμή - ίδια και απαράλλακτη – ήταν και η γραμμή άλλων χώρων της παραδοσιακής Αριστεράς (όπως της ΑΝΤΑΡΣΥΑ και του ΚΚΕ). Χώρων οι οποίοι διεκδικούν από την Ιστορία ότι κάποτε θα καταγραφούν ως πιο “συνεπείς” αριστεροί από τον ΣΥΡΙΖΑ. Σήμερα, κάποιοι από τους υποστηρικτές αυτής της γραμμής εντός του ΣΥΡΙΖΑ, προβάλλουν το βαρετά κοινότυπο επιχείρημα: Δεν εφαρμόστηκε σωστά. Δηλαδή, είμαστε συνεπείς αλλά δεν καταφέραμε να γίνουμε αποτελεσματικοί. Κάποιοι άλλοι, δεν λένε ούτε καν αυτό. Επιμένουν να λένε ότι αυτή η γραμμή επαληθεύτηκε...
Με τον ίδιο ακριβώς τρόπο στην μετεκλογική συγκυρία το δίπολο “αποτελεσματικότητα – συνέπεια” επικαθορίζει ως ιδεολογική πρακτική τα νέα πολιτικά διλήμματα της εσωκομματικής διαπάλης, όπως αυτό που κυριαρχεί σε πολλές αντιπαραθέσεις: Κυβέρνηση εθνικής σωτηρίας ή αυτοδυναμία; Όμως το επίδικο της ταξικής πάλης είναι άλλο, πολύ ευρύτερο και δεν μπορεί να περιοριστεί εντός των ορίων που θέτουν ανάλογα διλήμματα. Αυτό που κρίνεται σήμερα είναι αν ο ΣΥΡΙΖΑ θα μετατραπεί σε μοχλό σταθεροποίησης του πολιτικού συστήματος ή θα αποτελέσει αντισυστημική και ανατρεπτική δύναμη. Μέσος δρόμος δεν υπάρχει σε συνθήκες βαθιάς κοινωνικής πόλωσης και γενικευμένης κρίσης του κοινοβουλευτικού συστήματος.
2. Οι πραγματικοί κίνδυνοι ενσωμάτωσης του ΣΥΡΙΖΑ
Η ενσωμάτωση στο σύστημα γίνεται με όρους εσωτερίκευσης χαρακτηριστικών
της πολιτικής που κυριαρχεί και της ιδεολογίας που ηγεμονεύει. Ας μην
ανησυχούν λοιπόν όσοι διαβλέπουν πως ο ΣΥΡΙΖΑ βαδίζει στον δρόμο της
σοσιαλδημοκρατίας, κι ας μην φαντασιώνονται πως θα γίνει “νέο ΠΑΣΟΚ” και
άλλα παρόμοια. Τέτοιος κίνδυνος δεν υπάρχει. Ο πραγματικός κίνδυνος είναι ο νεοφιλελευθερισμός.
Ο ΣΥΡΙΖΑ κινδυνεύει να γίνει σταθεροποιητικός παράγοντας του πολιτικού
συστήματος ως μια μορφή ήπιας νεοφιλελεύθερης διακυβέρνησης/διαχείρισης
του ελληνικού καπιταλισμού. Αυτό είναι το επίδικο της ταξικής πάλης στο
εσωτερικό του, το οποίο και δεν θα κριθεί στην βάση διλημμάτων, όπως
“αυτοδυναμία ή κυβέρνηση εθνικής σωτηρίας”. Τέτοιου τύπου διλήμματα που
προσδιορίζουν τα πολιτικά επίδικα της εσωκομματικής διαπάλης,
διαμορφώνουν τις συνθήκες για νέες στοιχίσεις και προαναγγέλλουν
εσωτερικές ανακατατάξεις. Όμως, το “ταξικό επίδικο” θα κριθεί κυρίως από
άλλα σημαντικά θέματα που παραμένουν εκτός αυτής της διαπάλης. Μερικά
δεν κατονομάζονται καν. Άλλα θεωρούνται ταμπού, που κανείς δεν
επιτρέπεται να τα αγγίξει.
Για να αντιληφθούμε τις πραγματικές διαστάσεις ανησυχητικών φαινομένων προς αυτή την κατεύθυνση της “ενσωμάτωσης”, τα οποία ήδη έχουν κάνει την εμφάνισή τους - περισσότερο ως πολιτικές πρακτικές και λιγότερο ως προγραμματικές θέσεις - θα πρέπει πρώτα να εστιάσουμε στους “δρόμους” που έχει ανοίξει ο νεοφιλελευθερισμός και ακολούθως στις “διαδρομές” που ακολουθεί η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ. Δεν πρόκειται για απλά ζητήματα ταχτικής. Είναι ζητήματα στρατηγικής σημασίας που συμπυκνώνουν τις αντιφάσεις και τα κενά των πολιτικών και θεωρητικών προσεγγίσεων της Αριστεράς (και όχι μόνον του ΣΥΡΙΖΑ) για το κράτος και την πολιτική απέναντι σε αυτό. Δεν θα επιχειρήσουμε να ανοίξουμε την συζήτηση περί κράτους, η οποία παραμένει ερμητικά κλειστή στους χώρους της Αριστεράς, αλλά θα περιοριστούμε μόνον στα αναγκαία.
Για να αντιληφθούμε τις πραγματικές διαστάσεις ανησυχητικών φαινομένων προς αυτή την κατεύθυνση της “ενσωμάτωσης”, τα οποία ήδη έχουν κάνει την εμφάνισή τους - περισσότερο ως πολιτικές πρακτικές και λιγότερο ως προγραμματικές θέσεις - θα πρέπει πρώτα να εστιάσουμε στους “δρόμους” που έχει ανοίξει ο νεοφιλελευθερισμός και ακολούθως στις “διαδρομές” που ακολουθεί η ηγεσία του ΣΥΡΙΖΑ. Δεν πρόκειται για απλά ζητήματα ταχτικής. Είναι ζητήματα στρατηγικής σημασίας που συμπυκνώνουν τις αντιφάσεις και τα κενά των πολιτικών και θεωρητικών προσεγγίσεων της Αριστεράς (και όχι μόνον του ΣΥΡΙΖΑ) για το κράτος και την πολιτική απέναντι σε αυτό. Δεν θα επιχειρήσουμε να ανοίξουμε την συζήτηση περί κράτους, η οποία παραμένει ερμητικά κλειστή στους χώρους της Αριστεράς, αλλά θα περιοριστούμε μόνον στα αναγκαία.
3. Ο ΣΥΡΙΖΑ απέναντι στην κρίση του κράτους
Αυτό το ζήτημα έχει ιδιαίτερη πολιτική σημασία γιατί ο “δημοκρατικός
δρόμος προς τον σοσιαλισμό” προϋποθέτει μια μορφή “κρίσης του κράτους”.
Το πρώτο ερώτημα που θα πρέπει να απαντηθεί είναι αν πράγματι υπάρχει
τέτοια κρίση και τι χαρακτηριστικά έχει.
Σήμερα, η κρίση του πολιτικού συστήματος είναι για την κοινωνία κοινός τόπος και διακηρυγμένη θέση της Αριστεράς. Παράλληλα είναι ευρύτατα διαδεδομένη η αντίληψη ότι υπάρχει μια μορφή “κρίσης του κράτους”, η οποία εκπορεύεται τόσο από τα κέντρα του νεοφιλελευθερισμού, για να επιβάλλουν τις πολιτικές μετασχηματισμού του κρατικού μηχανισμού, απαραίτητες για την βίαιη επέκταση της κεφαλαιακής σχέσης στον ελληνικό κοινωνικό σχηματισμό, όσο και από χώρους της Αριστεράς, οι οποίοι εντοπίζουν από την δική τους σκοπιά ανάλογα φαινόμενα “κρίσης” και αναζητούν τρόπους μιας διαφορετικής διαχείρισης. Δεν τους έχουν όμως βρει ακόμα...
Ο ΣΥΡΙΖΑ σε αυτό το ζήτημα δεν έχει ούτε καθαρές θέσεις, ούτε καθαρά προτάγματα. Φαίνεται ότι «φοβάται» να αγγίξει το Κράτος, γιαυτό και δεν επιδιώκει οποιαδήποτε σύγκρουση με αυτό. Όμως τα όρια στην άσκηση της πολιτικής του – αν γίνει κυβέρνηση – δεν θα προσδιορίζονται από το «κυβερνητικό πρόγραμμά» του, αλλά κυρίως από τα όρια που θα τίθενται από πλευράς κράτους.
Ως γνωστόν στην πολιτική, όπως και στην ταξική πάλη, δεν υπάρχουν κενά. Αν δεν έχεις κατακτήσει μια “αριστερή κυβερνησιμότητα” τότε, όταν βρεθείς στην θέση της κυβερνητικής εξουσίας, η “πορεία” που θα χαράζεις αναγκαστικά θα περνάει από τους “δρόμους” του νεοφιλελευθερισμού. Επισημαίνουμε ότι η “αριστερή κυβερνησιμότητα” δεν αφορά στο μέλλον, αν και όταν αναλάβεις “κυβερνητικά καθήκοντα”. Κρίνεται στο παρόν: Καταγράφεται στις πολιτικές πρακτικές απέναντι σε ζητήματα διαχείρισης κάθε είδους εξουσίας, όσο μικρή και να είναι αυτή, όπως στον κομματικό μηχανισμό, στο συνδικάτο, κλπ.
Σήμερα η κρίση του πολιτικού συστήματος δεν συνοδεύεται και από «κρίση του κράτους». Αντίθετα το κράτος ισχυροποιείται και μετασχηματίζεται: Δεν θα πρέπει να διαφεύγει από τις πολιτικές μας αναλύσεις ότι ο πραγματικός εκπρόσωπος των κυρίαρχων τάξεων είναι το αστικό κράτος ως όλον. Το κοινοβουλευτικό σύστημα είναι ένα τμήμα αυτού του κράτους, το οποίο διαμορφώνοντας την συναίνεση και μέσω της οργάνωσης της λαϊκής “αντιπροσώπευσης”, επιτυγχάνει την εμπέδωση της αστικής πολιτικής και της κοινωνικής κυριαρχίας του κεφάλαιου. Σήμερα αυτές οι λειτουργίες του κοινοβουλευτισμού βρίσκονται σε κρίση και το κοινοβουλευτικό σύστημα δεν μπορεί να ανταποκριθεί στο ρόλο του.
Απάντηση σε αυτήν την κρίση του κοινοβουλευτισμού από την μεριά του αστισμού είναι ο αντιδραστικός εκσυγχρονισμός του Κράτους, μια επιθετική πολιτική προς την κατεύθυνση της υπέρβασης της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας. Το κράτος αναδιαρθρώνεται και οι λειτουργίες τις οποίες επιτελούσε το κοινοβουλευτικό πολιτικό σύστημα στα πλαίσια της «αστικής δημοκρατίας» μεταφέρονται σε άλλους μηχανισμούς του: Η αιχμή του δόρατος επιβολής αυτής της πολιτικής για την διαμόρφωση των νέων κοινωνικών συναινέσεων, δεν είναι το χρεοκοπημένο κοινοβουλευτικό σύστημα - το οποίο είναι κοινωνικά απαξιωμένο - αλλά η ενίσχυση των ιδεολογικών, οικονομικών και κατασταλτικών μηχανισμών του κράτους. Τα ΜΜΕ υποκαθιστούν σε μεγάλο βαθμό την πολιτική λειτουργία των κοινοβουλευτικών κομμάτων.
Σε μια περίοδο όπου η ταξική πόλωση οξύνεται και το πολιτικό σύστημα, κομμάτι του οποίου είναι και η Αριστερά, αδυνατεί να διαχειριστεί αυτή την πόλωση εντός των πλαισίων της αστικής νομιμότητας, το κράτος αναδεικνύεται ως ο αρμόδιος εγγυητής για την επιβολή της “τάξης” και της “ασφάλειας” στην κοινωνία. Οι αναδιαρθρώσεις που γίνονται στο εσωτερικό του κράτους, γίνονται εκ των υστέρων φανερές, από τα αποτελέσματα που επιφέρουν στην κοινωνία. Το πολιτικό μόρφωμα της «χρυσής αυγής» αποτυπώνει ακριβώς αυτόν τον «εκσυγχρονισμό» του κράτους και λειτουργεί συμπληρωματικά με τις αναδιαρθρώσεις που συντελούνται στους ιδεολογικούς μηχανισμούς του.
Σήμερα, η κρίση του πολιτικού συστήματος είναι για την κοινωνία κοινός τόπος και διακηρυγμένη θέση της Αριστεράς. Παράλληλα είναι ευρύτατα διαδεδομένη η αντίληψη ότι υπάρχει μια μορφή “κρίσης του κράτους”, η οποία εκπορεύεται τόσο από τα κέντρα του νεοφιλελευθερισμού, για να επιβάλλουν τις πολιτικές μετασχηματισμού του κρατικού μηχανισμού, απαραίτητες για την βίαιη επέκταση της κεφαλαιακής σχέσης στον ελληνικό κοινωνικό σχηματισμό, όσο και από χώρους της Αριστεράς, οι οποίοι εντοπίζουν από την δική τους σκοπιά ανάλογα φαινόμενα “κρίσης” και αναζητούν τρόπους μιας διαφορετικής διαχείρισης. Δεν τους έχουν όμως βρει ακόμα...
Ο ΣΥΡΙΖΑ σε αυτό το ζήτημα δεν έχει ούτε καθαρές θέσεις, ούτε καθαρά προτάγματα. Φαίνεται ότι «φοβάται» να αγγίξει το Κράτος, γιαυτό και δεν επιδιώκει οποιαδήποτε σύγκρουση με αυτό. Όμως τα όρια στην άσκηση της πολιτικής του – αν γίνει κυβέρνηση – δεν θα προσδιορίζονται από το «κυβερνητικό πρόγραμμά» του, αλλά κυρίως από τα όρια που θα τίθενται από πλευράς κράτους.
Ως γνωστόν στην πολιτική, όπως και στην ταξική πάλη, δεν υπάρχουν κενά. Αν δεν έχεις κατακτήσει μια “αριστερή κυβερνησιμότητα” τότε, όταν βρεθείς στην θέση της κυβερνητικής εξουσίας, η “πορεία” που θα χαράζεις αναγκαστικά θα περνάει από τους “δρόμους” του νεοφιλελευθερισμού. Επισημαίνουμε ότι η “αριστερή κυβερνησιμότητα” δεν αφορά στο μέλλον, αν και όταν αναλάβεις “κυβερνητικά καθήκοντα”. Κρίνεται στο παρόν: Καταγράφεται στις πολιτικές πρακτικές απέναντι σε ζητήματα διαχείρισης κάθε είδους εξουσίας, όσο μικρή και να είναι αυτή, όπως στον κομματικό μηχανισμό, στο συνδικάτο, κλπ.
Σήμερα η κρίση του πολιτικού συστήματος δεν συνοδεύεται και από «κρίση του κράτους». Αντίθετα το κράτος ισχυροποιείται και μετασχηματίζεται: Δεν θα πρέπει να διαφεύγει από τις πολιτικές μας αναλύσεις ότι ο πραγματικός εκπρόσωπος των κυρίαρχων τάξεων είναι το αστικό κράτος ως όλον. Το κοινοβουλευτικό σύστημα είναι ένα τμήμα αυτού του κράτους, το οποίο διαμορφώνοντας την συναίνεση και μέσω της οργάνωσης της λαϊκής “αντιπροσώπευσης”, επιτυγχάνει την εμπέδωση της αστικής πολιτικής και της κοινωνικής κυριαρχίας του κεφάλαιου. Σήμερα αυτές οι λειτουργίες του κοινοβουλευτισμού βρίσκονται σε κρίση και το κοινοβουλευτικό σύστημα δεν μπορεί να ανταποκριθεί στο ρόλο του.
Απάντηση σε αυτήν την κρίση του κοινοβουλευτισμού από την μεριά του αστισμού είναι ο αντιδραστικός εκσυγχρονισμός του Κράτους, μια επιθετική πολιτική προς την κατεύθυνση της υπέρβασης της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας. Το κράτος αναδιαρθρώνεται και οι λειτουργίες τις οποίες επιτελούσε το κοινοβουλευτικό πολιτικό σύστημα στα πλαίσια της «αστικής δημοκρατίας» μεταφέρονται σε άλλους μηχανισμούς του: Η αιχμή του δόρατος επιβολής αυτής της πολιτικής για την διαμόρφωση των νέων κοινωνικών συναινέσεων, δεν είναι το χρεοκοπημένο κοινοβουλευτικό σύστημα - το οποίο είναι κοινωνικά απαξιωμένο - αλλά η ενίσχυση των ιδεολογικών, οικονομικών και κατασταλτικών μηχανισμών του κράτους. Τα ΜΜΕ υποκαθιστούν σε μεγάλο βαθμό την πολιτική λειτουργία των κοινοβουλευτικών κομμάτων.
Σε μια περίοδο όπου η ταξική πόλωση οξύνεται και το πολιτικό σύστημα, κομμάτι του οποίου είναι και η Αριστερά, αδυνατεί να διαχειριστεί αυτή την πόλωση εντός των πλαισίων της αστικής νομιμότητας, το κράτος αναδεικνύεται ως ο αρμόδιος εγγυητής για την επιβολή της “τάξης” και της “ασφάλειας” στην κοινωνία. Οι αναδιαρθρώσεις που γίνονται στο εσωτερικό του κράτους, γίνονται εκ των υστέρων φανερές, από τα αποτελέσματα που επιφέρουν στην κοινωνία. Το πολιτικό μόρφωμα της «χρυσής αυγής» αποτυπώνει ακριβώς αυτόν τον «εκσυγχρονισμό» του κράτους και λειτουργεί συμπληρωματικά με τις αναδιαρθρώσεις που συντελούνται στους ιδεολογικούς μηχανισμούς του.
4. Η κρίση του ΣΥΡΙΖΑ
Για να αντιληφθούμε τις πραγματικές διαστάσεις της σημερινής κρίσης του ΣΥΡΙΖΑ, έχει
σημασία να αναλύσουμε δυο αιτήματα, που έχουν αναδειχθεί ως πολιτικά διακυβεύματα στην μετεκλογική συγκυρία : “περισσότερη δημοκρατία στον ΣΥΡΙΖΑ” και “απεύθυνση στην κοινωνία”. Είναι οι κρίσιμοι κρίκοι που εκφράζουν στο χώρο της πολιτικής το ταξικό διακύβευμα. Αν θέλουμε λοιπόν να τα “αναγνώσουμε” στην βάση αυτής της θέσης, τότε:
Το πρώτο αίτημα για “περισσότερη δημοκρατία στον ΣΥΡΙΖΑ” αντανακλά το γεγονός ότι το κράτος διεκδικεί σήμερα να γίνει το πραγματικό “αφεντικό” στον ΣΥΡΙΖΑ.
Το δεύτερο αίτημα για “απεύθυνση στην κοινωνία” διαπιστώνει ότι ο “λαϊκός παράγοντας” είναι απών από το πεδίο των έντονων ταξικών συγκρούσεων που διεξάγονται στο εσωτερικό του.
Η “βίαιη ωρίμανση” του ΣΥΡΙΖΑ κατά την προεκλογική περίοδο πυροδότησε την κρίση των μηχανισμών του, γιατί διατάραξε το καθεστώς λήψης αποφάσεων και “διοίκησης” του ΣΥΡΙΖΑ.
Το αίτημα “για περισσότερη δημοκρατία στον ΣΥΡΙΖΑ”, σήμερα είναι αίτημα των μηχανισμών στο εσωτερικό του που διεκδικούν επαναφορά στο προηγούμενο σύστημα “διακυβέρνησης” του. Δεν αναδεικνύεται επειδή το όραμα του «ΣΥΡΙΖΑ των μελών» κινητοποιεί μαζικά τα “μέλη” του σε αντιπαράθεση με τους μηχανισμούς ή την ηγεσία του. Ο «ΣΥΡΙΖΑ των μελών» έχει ήδη χαθεί απ το 1ο Συνέδριο.
Τότε ήταν ζητούμενος ο μετασχηματισμός των ταυτοτήτων των συνιστωσών του με την κατάκτηση ενός νέου τύπου πολιτικής συγκρότησης. Αυτό δεν συνέβη. Ηγεμόνευσαν οι πολιτικές πρακτικές συγκρότησης του ΣΥΝ και αναπαράχθηκαν διευρυμένες με την ενσωμάτωση σε αυτές όλων των άλλων συνιστωσών του ΣΥΡΙΖΑ. Αυτό το ΣΥΝασπισμιακό καθεστώς εξαφάνισε τους ανένταχτους εκτός ομάδων/φατριών: Είτε εντάχθηκαν σε κάποιες από αυτές για να έχουν μια στοιχειώδη ενημέρωση και πολιτική συμμετοχή, είτε αποστρατεύτηκαν από τον ΣΥΡΙΖΑ. Ελάχιστοι που παρέμειναν έξω από το φατριαστικό κλίμα, δραστηριοποιούνται στις ΟΜ, χωρίς όμως να έχουν κάποια πραγματική συμμετοχή στην “διαμόρφωση της γραμμής”, εκτός από ζητήματα που αφορούν περιορισμένα στις ΟΜ. Στον σημερινό ΣΥΡΙΖΑ, όπως εξάλλου συνέβαινε και στον ΣΥΝασπισμό, για να έχεις έστω και στοιχειώδη πολιτική ενημέρωση για τα πολιτικά ζητήματα θα πρέπει να ανήκεις σε κάποια από αυτές της ομάδες/φατρίες. Αλλά, ακόμα και αν ανήκεις σε αυτές, πολλά τα μαθαίνεις από τις εφημερίδες και τα κανάλια...
Κάτω από αυτό το πρίσμα λοιπόν ας εξετάσουμε τις τομές, που σημειώθηκαν την προεκλογική περίοδο, στο σύστημα διακυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ αναζητώντας την σχέση τους με το “ταξικό επίδικο”, πέρα από τα όρια που χειραγωγούνται από το δίπολο “αποτελεσματικότητα – συνέπεια”, το οποίο περιγράψαμε παραπάνω.
Η βασική διαπίστωση είναι ότι η ηγετική ομάδα που ήταν υπεύθυνη για την χάραξη της πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ την προεκλογική περίοδο ενστερνίστηκε αρκετά στοιχεία από το νεοφιλελεύθερο σύστημα διακυβέρνησης. Για χάρη συντομίας θα αναφερόμαστε σε αυτό με τον όρο “πολιτική διαχείρισης κινδύνων” χωρίς να επεκταθούμε σε γενικότερες θεωρητικές αναφορές σχετικά με τον νεοφιλελευθερισμό. Περιοριζόμαστε σε ένα μόνο παράδειγμα, για να γίνει κατανοητό το πως παράγεται πολιτική στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ διαμέσου αυτού του συστήματος διακυβέρνησης. Δεν θα σταθούμε στο μείζον ζήτημα της παραγωγής του “κυβερνητικού προγράμματος” του ΣΥΡΙΖΑ ως «γενόσημου» της κρατικής λειτουργίας του “σχεδιασμού”, αλλά μόνον στην πλευρά που άπτεται της διαχείρισης του αιτήματος: “περισσότερη δημοκρατία στον ΣΥΡΙΖΑ”:
Τα μέλη του ΣΥΡΙΖΑ έχουν όλες τις δυνατότητες να εκφράζουν τις απόψεις τους και να συμμετέχουν στις διαβουλεύσεις και άλλα παρόμοια συμμετοχικο-δημοκρατικά, όπως για παράδειγμα σε σχέση με το ζήτημα της "οδικής ασφάλειας" , το οποίο αποτελεί τμήμα του "κυβερνητικού προγράμματος". Όμως τα μέλη του ΣΥΡΙΖΑ δεν απολαμβάνουν αυτήν την “πλέρια δημοκρατία” σε κρίσιμα ζητήματα όπως συνέβη με τον καθορισμό της πολιτικής του κόμματος για τις εκλογές. Το ίδιο όμως συνέβη και στα μέλη της ΚΕ ως προς την επιλογή των υποψήφιων περιφερειαρχών και ευρωβουλευτών. Απεμπολήθηκε με την δική τους συναίνεση μπροστά σε ποιόν άραγε “κίνδυνο”; Γιατί αυτοί που σήμερα βγαίνουν στα κεραμίδια, τότε δεν τόλμησαν να πουν κουβέντα ;
Ο στόχος της προεκλογικής “μάχης” ήταν η προστασία από τους κινδύνους που θα μπορούσαν να καταστρέψουν μια “στιγμιαία φωτογραφία”: την αριθμητική του εκλογικού αποτελέσματος. Τα “εργαλεία” όμως παραγωγής και άσκησης πολιτικής δεν είναι ταξικά ουδέτερα. Η χρήση τους από την ηγετική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ ”ενθυλάκωσε” το κράτος εντός του ΣΥΡΙΖΑ. Πως συνέβη αυτό; Ας το δούμε στο ζήτημα της αλλοίωσης της φυσιογνωμίας του.
Κανόνας της λογικής είναι ότι αριθμητικές συγκρίσεις γίνονται μεταξύ ίδιων πραγμάτων. Χαρακτηριστικά που αφορούν σε ταυτότητες λοιπόν και όχι σε διαφορές καταγράφονται στις αριθμητικές συγκρίσεις. Αν λοιπόν ο ΣΥΡΙΖΑ είναι “αντισυστημική” και “ανατρεπτική” δύναμη, δεν μπορούμε να το διαπιστώσουμε από τις συγκρίσεις αριθμών και ποσοστών των εκλογικών αποτελεσμάτων. Αυτό το ζήτημα όμως μπορούμε να το διερευνήσουμε εξετάζοντας άλλες πλευρές της προεκλογικής μάχης. Ας σταθούμε μόνο σε μια, σε αυτή που δίχασε τις οργανώσεις και στην οποία επικεντρώθηκε η εσωκομματική διαπάλη: Είναι η επιλογή των “προσώπων”. Πρόκειται για μια διαδικασία παραγωγής “πολιτικού προσωπικού” του ΣΥΡΙΖΑ, ταυτόσημη με αυτήν που λειτουργεί στους χρεοκοπημένους και αναξιόπιστους πολιτικούς σχηματισμούς του κοινοβουλευτικού συστήματος.
Για να γίνει κατανοητό πως αυτή η διαδικασία παραγωγής πολιτικού προσωπικού εντάσσεται στην στρατηγική της σταθεροποίησης του υπάρχοντος και χρεοκοπημένου πολιτικού συστήματος, αρκεί μια απλή σύγκριση με την πιο επιθετική μορφή εκσυγχρονισμού του αστικού κράτους στην χώρα μας, δηλαδή την “χρυσή αυγή”. Εύκολα μπορεί να διαπιστώσει ο οποιοσδήποτε πως δεν ήταν οι “λαμπερές” προσωπικότητες - παράγοντες που αύξησαν τα εκλογικά της ποσοστά. Ανώνυμοι και παντελώς άγνωστοι ήταν στο σύνολό τους οι υποψήφιοί της στις προηγούμενες εκλογές. Δεν είχαν κανενός είδους προσωπική αναγνωρισιμότητα, και αν σήμερα έχουν αποκτήσει κάποια, αυτή έχει πλέον την αρνητική φόρτιση του υπόδικου και του εγκληματία. Επίσης η ενίσχυση των ψηφοδελτίων της “χρυσής αυγής” με προσωπικότητες από το δικαστικό και το στρατιωτικό σώμα, δεν αποτυπώνει “πολιτική συμμαχιών”κανενός είδους. Απλά δημοσιοποιεί τους οργανικούς δεσμούς της με το κράτος και τους μηχανισμούς του.
Οι διαφορές ως προς το πως γέμισε το εκλογικό σακούλι της “χρυσής αυγής” και πως αυτό του ΣΥΡΙΖΑ, θα πρέπει να μας προβληματίσουν για τον τρόπο με τον οποίο ο ΣΥΡΙΖΑ εκπροσωπεί την κοινωνική πόλωση και αγανάκτηση: Δεν πρέπει να λησμονούμε πως τα “κενά” στην πολιτική των μηχανισμών του είναι τα πραγματικά “καινά” που τον ανέδειξαν ως αξιωματική αντιπολίτευση στις προηγούμενες εκλογές. Ακριβώς από τις ρωγμές αυτών των “κενών” εισχώρησε ένα μεγάλο τμήμα της λαϊκής αγανάκτησης κτίζοντας με την ψήφο του το “νέο” στο σύστημα κοινοβουλευτικής εκπροσώπησης, τόσο με την απόρριψη του χρεοκοπημένου πολιτικού συστήματος, όσο και των στεγανών και συμπαγών οχυρών της παραδοσιακής Αριστεράς. Το μόνο σίγουρο είναι ότι αυτή η τομή δεν επιτεύχθηκε γιατί επιτέλους το «πολιτικό πρόγραμμά» του ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ έγινε «κτήμα» των λαϊκών μαζών. (Μια αναλυτική τεκμηρίωση αυτής της θέσης, είναι καταγεγραμμένη στο κείμενο που κατατέθηκε στην ΚΕ του ΣΥΡΙΖΑ τον Φλεβάρη: Μια άλλη άποψη στην Κ.Ε. του ΣΥΡΙΖΑ για τις αυτοδιοικητικές εκλογές )
Όμως, η πορεία του ΣΥΡΙΖΑ – όπως αυτή εκφράστηκε μετά τις προηγούμενες εκλογές, επικυρώθηκε από το 1ο ιδρυτικό συνέδριο και πήρε την τελική της μορφή στην τελευταία προεκλογική περίοδο - εμπόδισε την «γέννα» μιας νέας πολιτικής ταυτότητας: Αντί να διευρύνει αυτά τα “κενά” της πολιτική του και να τους αποδώσει “λόγο”, επιχείρησε να τα συγκαλύψει με την αναδίπλωση του εντός της «μήτρας» της παραδοσιακής Αριστεράς. Σε αυτή την πολιτική στάση οφείλεται η ανικανότητα να απευθυνθεί στην κοινωνία με μια “νέα” δική του διακριτή ταυτότητα και να δημιουργήσει κοινωνικά ερείσματα που δεν διαμεσολαβούνται από τα χρεωκοπημένα ιδεολογήματα, τον πολιτικό λόγο και της πολιτικές πρακτικές της παραδοσιακής Αριστεράς. Η έλλειψη αυτών των ερεισμάτων τελικά άνοιξε τον δρόμο στην προεκλογική περίοδο για να ενστερνιστεί ο ΣΥΡΙΖΑ συστημικές πολιτικές πρακτικές με στόχο να διατηρήσει τα εκλογικά ποσοστά των προηγούμενων εκλογών.
Ποιό ήταν λοιπόν το “ριζοσπαστικό προϊόν” που ανέθεσε ο ΣΥΡΙΖΑ σε διαφημιστικές εταιρείες να πλασάρουν στην προεκλογική αγορά; Οι λαμπερές προσωπικότητες και οι γυαλιστές αφίσες με τα πρόσωπά τους; Η απόκτηση “κοινωνικών ερεισμάτων” ενός αντισυστημικού και ανατρεπτικού πολιτικού σχηματισμού δεν μπορεί να διαμεσολαβηθεί από πρακτικές που ιδιωτικοποιούν την πολιτική του κόμματος, με τον ίδιο ακριβώς τρόπο που ο νεοφιλελευθερισμός ιδιωτικοποιεί πάγιες κρατικές λειτουργίες. Στο βαθμό που η μάχη των εκλογών είναι μια ευκαιρία απεύθυνσης στην κοινωνία δεν μπορεί η παρουσία ενός ριζοσπαστικού πολιτικού σχηματισμού να μονοπωλείται από την διαφημιστική καμπάνια. Αυτοί που διαπιστώνουν σήμερα “ελλείμματα” στην κοινωνική απεύθυνση του ΣΥΡΙΖΑ, γιατί άραγε δεν έθεσαν το “αίτημα για κοινωνική γείωση” στην προεκλογική περίοδο και δεν εναντιώθηκαν στην αποκλειστικότητα αυτών των πολιτικών επιλογών που κυριάρχησαν;
σημασία να αναλύσουμε δυο αιτήματα, που έχουν αναδειχθεί ως πολιτικά διακυβεύματα στην μετεκλογική συγκυρία : “περισσότερη δημοκρατία στον ΣΥΡΙΖΑ” και “απεύθυνση στην κοινωνία”. Είναι οι κρίσιμοι κρίκοι που εκφράζουν στο χώρο της πολιτικής το ταξικό διακύβευμα. Αν θέλουμε λοιπόν να τα “αναγνώσουμε” στην βάση αυτής της θέσης, τότε:
Το πρώτο αίτημα για “περισσότερη δημοκρατία στον ΣΥΡΙΖΑ” αντανακλά το γεγονός ότι το κράτος διεκδικεί σήμερα να γίνει το πραγματικό “αφεντικό” στον ΣΥΡΙΖΑ.
Το δεύτερο αίτημα για “απεύθυνση στην κοινωνία” διαπιστώνει ότι ο “λαϊκός παράγοντας” είναι απών από το πεδίο των έντονων ταξικών συγκρούσεων που διεξάγονται στο εσωτερικό του.
Η “βίαιη ωρίμανση” του ΣΥΡΙΖΑ κατά την προεκλογική περίοδο πυροδότησε την κρίση των μηχανισμών του, γιατί διατάραξε το καθεστώς λήψης αποφάσεων και “διοίκησης” του ΣΥΡΙΖΑ.
Το αίτημα “για περισσότερη δημοκρατία στον ΣΥΡΙΖΑ”, σήμερα είναι αίτημα των μηχανισμών στο εσωτερικό του που διεκδικούν επαναφορά στο προηγούμενο σύστημα “διακυβέρνησης” του. Δεν αναδεικνύεται επειδή το όραμα του «ΣΥΡΙΖΑ των μελών» κινητοποιεί μαζικά τα “μέλη” του σε αντιπαράθεση με τους μηχανισμούς ή την ηγεσία του. Ο «ΣΥΡΙΖΑ των μελών» έχει ήδη χαθεί απ το 1ο Συνέδριο.
Τότε ήταν ζητούμενος ο μετασχηματισμός των ταυτοτήτων των συνιστωσών του με την κατάκτηση ενός νέου τύπου πολιτικής συγκρότησης. Αυτό δεν συνέβη. Ηγεμόνευσαν οι πολιτικές πρακτικές συγκρότησης του ΣΥΝ και αναπαράχθηκαν διευρυμένες με την ενσωμάτωση σε αυτές όλων των άλλων συνιστωσών του ΣΥΡΙΖΑ. Αυτό το ΣΥΝασπισμιακό καθεστώς εξαφάνισε τους ανένταχτους εκτός ομάδων/φατριών: Είτε εντάχθηκαν σε κάποιες από αυτές για να έχουν μια στοιχειώδη ενημέρωση και πολιτική συμμετοχή, είτε αποστρατεύτηκαν από τον ΣΥΡΙΖΑ. Ελάχιστοι που παρέμειναν έξω από το φατριαστικό κλίμα, δραστηριοποιούνται στις ΟΜ, χωρίς όμως να έχουν κάποια πραγματική συμμετοχή στην “διαμόρφωση της γραμμής”, εκτός από ζητήματα που αφορούν περιορισμένα στις ΟΜ. Στον σημερινό ΣΥΡΙΖΑ, όπως εξάλλου συνέβαινε και στον ΣΥΝασπισμό, για να έχεις έστω και στοιχειώδη πολιτική ενημέρωση για τα πολιτικά ζητήματα θα πρέπει να ανήκεις σε κάποια από αυτές της ομάδες/φατρίες. Αλλά, ακόμα και αν ανήκεις σε αυτές, πολλά τα μαθαίνεις από τις εφημερίδες και τα κανάλια...
Κάτω από αυτό το πρίσμα λοιπόν ας εξετάσουμε τις τομές, που σημειώθηκαν την προεκλογική περίοδο, στο σύστημα διακυβέρνησης του ΣΥΡΙΖΑ αναζητώντας την σχέση τους με το “ταξικό επίδικο”, πέρα από τα όρια που χειραγωγούνται από το δίπολο “αποτελεσματικότητα – συνέπεια”, το οποίο περιγράψαμε παραπάνω.
Η βασική διαπίστωση είναι ότι η ηγετική ομάδα που ήταν υπεύθυνη για την χάραξη της πολιτικής του ΣΥΡΙΖΑ την προεκλογική περίοδο ενστερνίστηκε αρκετά στοιχεία από το νεοφιλελεύθερο σύστημα διακυβέρνησης. Για χάρη συντομίας θα αναφερόμαστε σε αυτό με τον όρο “πολιτική διαχείρισης κινδύνων” χωρίς να επεκταθούμε σε γενικότερες θεωρητικές αναφορές σχετικά με τον νεοφιλελευθερισμό. Περιοριζόμαστε σε ένα μόνο παράδειγμα, για να γίνει κατανοητό το πως παράγεται πολιτική στο εσωτερικό του ΣΥΡΙΖΑ διαμέσου αυτού του συστήματος διακυβέρνησης. Δεν θα σταθούμε στο μείζον ζήτημα της παραγωγής του “κυβερνητικού προγράμματος” του ΣΥΡΙΖΑ ως «γενόσημου» της κρατικής λειτουργίας του “σχεδιασμού”, αλλά μόνον στην πλευρά που άπτεται της διαχείρισης του αιτήματος: “περισσότερη δημοκρατία στον ΣΥΡΙΖΑ”:
Τα μέλη του ΣΥΡΙΖΑ έχουν όλες τις δυνατότητες να εκφράζουν τις απόψεις τους και να συμμετέχουν στις διαβουλεύσεις και άλλα παρόμοια συμμετοχικο-δημοκρατικά, όπως για παράδειγμα σε σχέση με το ζήτημα της "οδικής ασφάλειας" , το οποίο αποτελεί τμήμα του "κυβερνητικού προγράμματος". Όμως τα μέλη του ΣΥΡΙΖΑ δεν απολαμβάνουν αυτήν την “πλέρια δημοκρατία” σε κρίσιμα ζητήματα όπως συνέβη με τον καθορισμό της πολιτικής του κόμματος για τις εκλογές. Το ίδιο όμως συνέβη και στα μέλη της ΚΕ ως προς την επιλογή των υποψήφιων περιφερειαρχών και ευρωβουλευτών. Απεμπολήθηκε με την δική τους συναίνεση μπροστά σε ποιόν άραγε “κίνδυνο”; Γιατί αυτοί που σήμερα βγαίνουν στα κεραμίδια, τότε δεν τόλμησαν να πουν κουβέντα ;
Ο στόχος της προεκλογικής “μάχης” ήταν η προστασία από τους κινδύνους που θα μπορούσαν να καταστρέψουν μια “στιγμιαία φωτογραφία”: την αριθμητική του εκλογικού αποτελέσματος. Τα “εργαλεία” όμως παραγωγής και άσκησης πολιτικής δεν είναι ταξικά ουδέτερα. Η χρήση τους από την ηγετική ομάδα του ΣΥΡΙΖΑ ”ενθυλάκωσε” το κράτος εντός του ΣΥΡΙΖΑ. Πως συνέβη αυτό; Ας το δούμε στο ζήτημα της αλλοίωσης της φυσιογνωμίας του.
Κανόνας της λογικής είναι ότι αριθμητικές συγκρίσεις γίνονται μεταξύ ίδιων πραγμάτων. Χαρακτηριστικά που αφορούν σε ταυτότητες λοιπόν και όχι σε διαφορές καταγράφονται στις αριθμητικές συγκρίσεις. Αν λοιπόν ο ΣΥΡΙΖΑ είναι “αντισυστημική” και “ανατρεπτική” δύναμη, δεν μπορούμε να το διαπιστώσουμε από τις συγκρίσεις αριθμών και ποσοστών των εκλογικών αποτελεσμάτων. Αυτό το ζήτημα όμως μπορούμε να το διερευνήσουμε εξετάζοντας άλλες πλευρές της προεκλογικής μάχης. Ας σταθούμε μόνο σε μια, σε αυτή που δίχασε τις οργανώσεις και στην οποία επικεντρώθηκε η εσωκομματική διαπάλη: Είναι η επιλογή των “προσώπων”. Πρόκειται για μια διαδικασία παραγωγής “πολιτικού προσωπικού” του ΣΥΡΙΖΑ, ταυτόσημη με αυτήν που λειτουργεί στους χρεοκοπημένους και αναξιόπιστους πολιτικούς σχηματισμούς του κοινοβουλευτικού συστήματος.
Για να γίνει κατανοητό πως αυτή η διαδικασία παραγωγής πολιτικού προσωπικού εντάσσεται στην στρατηγική της σταθεροποίησης του υπάρχοντος και χρεοκοπημένου πολιτικού συστήματος, αρκεί μια απλή σύγκριση με την πιο επιθετική μορφή εκσυγχρονισμού του αστικού κράτους στην χώρα μας, δηλαδή την “χρυσή αυγή”. Εύκολα μπορεί να διαπιστώσει ο οποιοσδήποτε πως δεν ήταν οι “λαμπερές” προσωπικότητες - παράγοντες που αύξησαν τα εκλογικά της ποσοστά. Ανώνυμοι και παντελώς άγνωστοι ήταν στο σύνολό τους οι υποψήφιοί της στις προηγούμενες εκλογές. Δεν είχαν κανενός είδους προσωπική αναγνωρισιμότητα, και αν σήμερα έχουν αποκτήσει κάποια, αυτή έχει πλέον την αρνητική φόρτιση του υπόδικου και του εγκληματία. Επίσης η ενίσχυση των ψηφοδελτίων της “χρυσής αυγής” με προσωπικότητες από το δικαστικό και το στρατιωτικό σώμα, δεν αποτυπώνει “πολιτική συμμαχιών”κανενός είδους. Απλά δημοσιοποιεί τους οργανικούς δεσμούς της με το κράτος και τους μηχανισμούς του.
Οι διαφορές ως προς το πως γέμισε το εκλογικό σακούλι της “χρυσής αυγής” και πως αυτό του ΣΥΡΙΖΑ, θα πρέπει να μας προβληματίσουν για τον τρόπο με τον οποίο ο ΣΥΡΙΖΑ εκπροσωπεί την κοινωνική πόλωση και αγανάκτηση: Δεν πρέπει να λησμονούμε πως τα “κενά” στην πολιτική των μηχανισμών του είναι τα πραγματικά “καινά” που τον ανέδειξαν ως αξιωματική αντιπολίτευση στις προηγούμενες εκλογές. Ακριβώς από τις ρωγμές αυτών των “κενών” εισχώρησε ένα μεγάλο τμήμα της λαϊκής αγανάκτησης κτίζοντας με την ψήφο του το “νέο” στο σύστημα κοινοβουλευτικής εκπροσώπησης, τόσο με την απόρριψη του χρεοκοπημένου πολιτικού συστήματος, όσο και των στεγανών και συμπαγών οχυρών της παραδοσιακής Αριστεράς. Το μόνο σίγουρο είναι ότι αυτή η τομή δεν επιτεύχθηκε γιατί επιτέλους το «πολιτικό πρόγραμμά» του ΣΥΝ/ΣΥΡΙΖΑ έγινε «κτήμα» των λαϊκών μαζών. (Μια αναλυτική τεκμηρίωση αυτής της θέσης, είναι καταγεγραμμένη στο κείμενο που κατατέθηκε στην ΚΕ του ΣΥΡΙΖΑ τον Φλεβάρη: Μια άλλη άποψη στην Κ.Ε. του ΣΥΡΙΖΑ για τις αυτοδιοικητικές εκλογές )
Όμως, η πορεία του ΣΥΡΙΖΑ – όπως αυτή εκφράστηκε μετά τις προηγούμενες εκλογές, επικυρώθηκε από το 1ο ιδρυτικό συνέδριο και πήρε την τελική της μορφή στην τελευταία προεκλογική περίοδο - εμπόδισε την «γέννα» μιας νέας πολιτικής ταυτότητας: Αντί να διευρύνει αυτά τα “κενά” της πολιτική του και να τους αποδώσει “λόγο”, επιχείρησε να τα συγκαλύψει με την αναδίπλωση του εντός της «μήτρας» της παραδοσιακής Αριστεράς. Σε αυτή την πολιτική στάση οφείλεται η ανικανότητα να απευθυνθεί στην κοινωνία με μια “νέα” δική του διακριτή ταυτότητα και να δημιουργήσει κοινωνικά ερείσματα που δεν διαμεσολαβούνται από τα χρεωκοπημένα ιδεολογήματα, τον πολιτικό λόγο και της πολιτικές πρακτικές της παραδοσιακής Αριστεράς. Η έλλειψη αυτών των ερεισμάτων τελικά άνοιξε τον δρόμο στην προεκλογική περίοδο για να ενστερνιστεί ο ΣΥΡΙΖΑ συστημικές πολιτικές πρακτικές με στόχο να διατηρήσει τα εκλογικά ποσοστά των προηγούμενων εκλογών.
Ποιό ήταν λοιπόν το “ριζοσπαστικό προϊόν” που ανέθεσε ο ΣΥΡΙΖΑ σε διαφημιστικές εταιρείες να πλασάρουν στην προεκλογική αγορά; Οι λαμπερές προσωπικότητες και οι γυαλιστές αφίσες με τα πρόσωπά τους; Η απόκτηση “κοινωνικών ερεισμάτων” ενός αντισυστημικού και ανατρεπτικού πολιτικού σχηματισμού δεν μπορεί να διαμεσολαβηθεί από πρακτικές που ιδιωτικοποιούν την πολιτική του κόμματος, με τον ίδιο ακριβώς τρόπο που ο νεοφιλελευθερισμός ιδιωτικοποιεί πάγιες κρατικές λειτουργίες. Στο βαθμό που η μάχη των εκλογών είναι μια ευκαιρία απεύθυνσης στην κοινωνία δεν μπορεί η παρουσία ενός ριζοσπαστικού πολιτικού σχηματισμού να μονοπωλείται από την διαφημιστική καμπάνια. Αυτοί που διαπιστώνουν σήμερα “ελλείμματα” στην κοινωνική απεύθυνση του ΣΥΡΙΖΑ, γιατί άραγε δεν έθεσαν το “αίτημα για κοινωνική γείωση” στην προεκλογική περίοδο και δεν εναντιώθηκαν στην αποκλειστικότητα αυτών των πολιτικών επιλογών που κυριάρχησαν;
5. Η κοινωνική πόλωση
Όλοι σήμερα στον ΣΥΡΙΖΑ κρατούν την παντιέρα της “προσφυγής στην
κοινωνία”. Όμως ας δούμε πως ο εγκλωβισμός του ΣΥΡΙΖΑ εντός της «μήτρας»
της παραδοσιακής Αριστεράς βάζει συγκεκριμένα όρια σε αυτό το αίτημα.
Από την μία πλευρά τα εμπόδια ορθώθηκαν από την ίδια την διαδικασία οικοδόμησης του «ενιαίου κόμματος» που συνδέεται με την αποτυχία δημιουργίας ενός μαζικού κόμματος: Οικοδομήθηκαν μηχανισμοί αλλά διαταράχτηκαν οι σχέσεις του νέου κόμματος με τον ανένταχτο κόσμο και τον πολιτικό και κοινωνικό του περίγυρο, ο οποίος αρνήθηκε να ενσωματωθεί σε στους μηχανισμούς και εξοβελίστηκε από οποιαδήποτε «ενεργό συμμετοχή» του σε κομματικές διαδικασίες.
Από την άλλη πλευρά έχουμε να κάνουμε με την ανεπάρκεια των πολιτικών και θεωρητικών προσεγγίσεων της παραδοσιακής Αριστεράς απέναντι στο φαινόμενο της “κοινωνικής πόλωσης”. Ας δούμε μερικές πλευρές αυτού του ζητήματος.
Η κοινωνική πόλωση είναι δημιούργημα της κρίσης του καπιταλισμού η οποία διευρύνει την κοινωνική περιθωριοποίηση των δυνάμεων του κόσμου της εργασίας, δυνάμεων που σήμερα δεν μπορούν να ενσωματωθούν στον κοινωνικό ιστό μέσω της διανομής των θέσεων εργασίας. Σήμερα η ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων έχει φτάσει σε τέτοιο σημείο, ώστε όλος ο κόσμος θα μπορούσε να δουλεύει λιγότερο και με ένα άλλο σύστημα διαχείρισης να επιλυθούν βασικά ζητήματα επιβίωσης (διατροφής, κοινωνικής περίθαλψης και εκπαίδευσης κλπ). Όμως ολοένα και μεγαλώνει το τμήμα εκείνο του πληθυσμού το οποίο βρίσκεται κάτω από το όριο της φτώχειας, δεν έχει εργασία, δεν πρόκειται να αποκτήσει και οδηγείται στην φυσική εξόντωση.
Ένα μεγάλο κομμάτι της ελληνικής κοινωνίας - όταν δεν μπορεί να αγοράσει τα φάρμακα και να πληρώσει τους γιατρούς και τα νοσοκομεία και εξαναγκάζεται να πουλήσει το σπίτι του για να πληρώσει τα χαράτσια και τους φόρους, - δεν χρειάζεται καμία πολιτική διαμεσολάβηση για να αντιληφθεί ότι η ζωή του και η ιδιοκτησία του κινδυνεύουν από το ίδιο το κράτος. Όσο λοιπόν πολιτικά αδιαμεσολάβητη είναι αυτή η συνειδητοποίηση, εξίσου αδιαμεσολάβητη είναι συχνά και η αντίδραση απέναντι σε αυτή την κατάσταση. Αυτό ακριβώς το φαινόμενο προσδιορίζει και τα όρια της πολιτικής έκφρασης της κοινωνικής πόλωσης και εξηγεί γιατί ένα μεγάλο ποσοστό του πληθυσμού δηλώνει στις δημοσκοπήσεις ότι δεν τον εκφράζει κανένας από τους υπάρχοντες πολιτικούς σχηματισμούς. Το ίδιο φαινόμενο εξηγεί κάποιες πλευρές της δυναμικής της δημοσκοπικής ανόδου του ναζισμού στη χώρα μας.
Καμία πολιτική διαπραγμάτευση δεν μπορεί να λειτουργήσει προς όφελος των λαϊκών δυνάμεων αν δεν υπάρχει μαζικό κίνημα για να βάλει την δική του σφραγίδα σε αυτές. Και εδώ βρίσκεται το πραγματικό πρόβλημα μιας ενδεχόμενης συμμετοχής του ΣΥΡΙΖΑ σε ένα κυβερνητικό σχήμα. Στην επόμενη περίοδο εκείνο που θα δοκιμαστεί στην πράξη δεν είναι οι θέσεις και οι αντιθέσεις που προσδιορίζονται με όρους εσωκομματικής διαπάλης , αλλά οι σχέσεις του ΣΥΡΙΖΑ με το μαζικό κίνημα.
Ο “κόσμος των αποκλεισμένων” εδώ και πολύ καιρό αποτελεί εσωτερικό φαινόμενο των καπιταλιστικών μητροπόλεων και βλέπουμε να συγκροτούνται πολιτικές “γενοκτονίας” για την αντιμετώπισή του. Αυτός ο “άλλος κόσμος” συγκροτείται από νέα κοινωνικά υποκείμενα, τα οποία είναι σαφώς πιο διευρυμένα από την “εργατική τάξη”, όπως αυτή προσδιορίζεται στους καπιταλιστικού κοινωνικούς σχηματισμούς. Ο “αποκλεισμός” αφορά τον εξοβελισμό τους από τους μηχανισμούς αναπαραγωγής (και ενσωμάτωσης) της εργατικής δύναμης και των γενικών συνθηκών της παραγωγής. Το εργατικό κίνημα οικοδομείται με κύριο όπλο την διαπραγμάτευση της ίδιας της εργατικής δύναμης, η οποία είναι αναγκαία για τους καπιταλιστές. Όταν όμως οι καπιταλιστές δεν έχουν ανάγκη μεγάλο μέρος αυτής της εργατικής δύναμης, τι μπορεί να διαπραγματευτεί το εργατικό κίνημα;
Η κοινωνική πόλωση σήμερα δεν μπορεί να πολιτικά να διαμεσολαβηθεί από τους στρατηγικούς σχεδιασμούς και τα “πολιτικά προγράμματα” που επεξεργάζονται τα επιτελεία της Αριστεράς, παρά μόνο από πολιτικές πρακτικές που “εδώ και τώρα” μετατρέπουν τα κοινωνικά υποκείμενα σε δρώσες κοινωνικές δυνάμεις: Δεν θα πρέπει να λησμονούμε ότι όλες τις μεγάλες μάχες που σημάδεψαν το μαζικό κίνημα αλλά και τις πολιτικές εξελίξεις στην χώρα μας, όπως ο “Δεκέμβρης”, οι “πλατείες”, η “Κερατέα”, οι “σκουριές της Χαλκιδικής” ήταν εκτός των “πολιτικών σχεδίων” της όποιας Αριστεράς και σε καμία περίπτωση δεν καταγραφούν την πολιτική συγκρότηση κανενός εργατικού κινήματος, όπως αυτό ορίζεται στα πολιτικά λεξικά της Αριστεράς.
Σήμερα η βασική πολιτική αδυναμία του ΣΥΡΙΖΑ είναι ότι δεν έχει μια πολιτική γραμμή που να δοκιμάζεται και να οικοδομεί κίνημα "εδώ και τώρα". Συλλογικά εγχειρήματα κοινωνικής αλληλεγγύης, αυτοδιαχείρισης και αναζήτησης εναλλακτικών τρόπων διαχείρισης για την κάλυψη των κοινωνικών αναγκών στην παραγωγή και στην διανομή προϊόντων και υπηρεσιών (κοινωνικά ιατρεία, κοινωνικά παντοπωλεία κλπ) συγκροτούν πολιτικές που έχουν εφαρμογή “εδώ και τώρα” και ανοίγουν δρόμους ενεργής συμμετοχής του λαϊκού παράγοντα στα κοινωνικά δρώμενα. Όμως έχουν μερικό και περιθωριακό χαρακτήρα στην γενικότερη πολιτική του δράση.
Το αίτημα για "ελεύθερες συλλογικές διαπραγματεύσεις" και "το κράτος εγγυητή του κατώτατου μισθού", σε προηγούμενες εποχές είχε την δυνατότητα να συγκροτήσει τα απαραίτητα κοινωνικά συμβόλαια για την ανάπτυξη του εργατικού συνδικαλισμού. Σήμερα αυτά τα αιτήματα δεν μπορούν να απαντήσουν στην απαξίωση της εργατικής δύναμης και στην μόνιμη και διευρυμένη ανεργία. Δυστυχώς συνολικά η Αριστερά σε αυτά τα ζητήματα δεν έχει πειστικές απαντήσεις. Ο κυβερνητισμός της "παραγωγικής ανασυγκρότησης" δεν είναι πειστικός γιατί απλά δεν μπορεί να εκφραστεί από πολιτικές πρακτικές του "εδώ και τώρα", αλλά παραπέμπει σε μια άλλου τύπου διαχείριση της “παραγωγικής ανάπτυξης” μέσω της κρατικής εξουσίας.
Στον χώρο της εργασίας ο ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορεί να διαμορφώσει πολιτική γραμμή, όπως εξάλλου και όλοι οι άλλοι χώροι της Αριστεράς, για την ανασυγκρότηση του εργατικού κινήματος, αφού δεν μπορεί να ενοποιήσει τα τμήματα του κόσμου της εργασίας που κατέχουν θέσεις εργασίας και προσπαθούν με κάθε τρόπο να τις διατηρήσουν με όλο εκείνο τον κόσμο που όλο και περισσότερο τίθεται εκτός εργασίας και αντιλαμβάνεται ότι δεν πρόκειται να βρεθεί σύντομα εντός, ακόμα και αν υπάρξει μια "κυβέρνηση της Αριστεράς".
Από την μία πλευρά τα εμπόδια ορθώθηκαν από την ίδια την διαδικασία οικοδόμησης του «ενιαίου κόμματος» που συνδέεται με την αποτυχία δημιουργίας ενός μαζικού κόμματος: Οικοδομήθηκαν μηχανισμοί αλλά διαταράχτηκαν οι σχέσεις του νέου κόμματος με τον ανένταχτο κόσμο και τον πολιτικό και κοινωνικό του περίγυρο, ο οποίος αρνήθηκε να ενσωματωθεί σε στους μηχανισμούς και εξοβελίστηκε από οποιαδήποτε «ενεργό συμμετοχή» του σε κομματικές διαδικασίες.
Από την άλλη πλευρά έχουμε να κάνουμε με την ανεπάρκεια των πολιτικών και θεωρητικών προσεγγίσεων της παραδοσιακής Αριστεράς απέναντι στο φαινόμενο της “κοινωνικής πόλωσης”. Ας δούμε μερικές πλευρές αυτού του ζητήματος.
Η κοινωνική πόλωση είναι δημιούργημα της κρίσης του καπιταλισμού η οποία διευρύνει την κοινωνική περιθωριοποίηση των δυνάμεων του κόσμου της εργασίας, δυνάμεων που σήμερα δεν μπορούν να ενσωματωθούν στον κοινωνικό ιστό μέσω της διανομής των θέσεων εργασίας. Σήμερα η ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων έχει φτάσει σε τέτοιο σημείο, ώστε όλος ο κόσμος θα μπορούσε να δουλεύει λιγότερο και με ένα άλλο σύστημα διαχείρισης να επιλυθούν βασικά ζητήματα επιβίωσης (διατροφής, κοινωνικής περίθαλψης και εκπαίδευσης κλπ). Όμως ολοένα και μεγαλώνει το τμήμα εκείνο του πληθυσμού το οποίο βρίσκεται κάτω από το όριο της φτώχειας, δεν έχει εργασία, δεν πρόκειται να αποκτήσει και οδηγείται στην φυσική εξόντωση.
Ένα μεγάλο κομμάτι της ελληνικής κοινωνίας - όταν δεν μπορεί να αγοράσει τα φάρμακα και να πληρώσει τους γιατρούς και τα νοσοκομεία και εξαναγκάζεται να πουλήσει το σπίτι του για να πληρώσει τα χαράτσια και τους φόρους, - δεν χρειάζεται καμία πολιτική διαμεσολάβηση για να αντιληφθεί ότι η ζωή του και η ιδιοκτησία του κινδυνεύουν από το ίδιο το κράτος. Όσο λοιπόν πολιτικά αδιαμεσολάβητη είναι αυτή η συνειδητοποίηση, εξίσου αδιαμεσολάβητη είναι συχνά και η αντίδραση απέναντι σε αυτή την κατάσταση. Αυτό ακριβώς το φαινόμενο προσδιορίζει και τα όρια της πολιτικής έκφρασης της κοινωνικής πόλωσης και εξηγεί γιατί ένα μεγάλο ποσοστό του πληθυσμού δηλώνει στις δημοσκοπήσεις ότι δεν τον εκφράζει κανένας από τους υπάρχοντες πολιτικούς σχηματισμούς. Το ίδιο φαινόμενο εξηγεί κάποιες πλευρές της δυναμικής της δημοσκοπικής ανόδου του ναζισμού στη χώρα μας.
Καμία πολιτική διαπραγμάτευση δεν μπορεί να λειτουργήσει προς όφελος των λαϊκών δυνάμεων αν δεν υπάρχει μαζικό κίνημα για να βάλει την δική του σφραγίδα σε αυτές. Και εδώ βρίσκεται το πραγματικό πρόβλημα μιας ενδεχόμενης συμμετοχής του ΣΥΡΙΖΑ σε ένα κυβερνητικό σχήμα. Στην επόμενη περίοδο εκείνο που θα δοκιμαστεί στην πράξη δεν είναι οι θέσεις και οι αντιθέσεις που προσδιορίζονται με όρους εσωκομματικής διαπάλης , αλλά οι σχέσεις του ΣΥΡΙΖΑ με το μαζικό κίνημα.
Ο “κόσμος των αποκλεισμένων” εδώ και πολύ καιρό αποτελεί εσωτερικό φαινόμενο των καπιταλιστικών μητροπόλεων και βλέπουμε να συγκροτούνται πολιτικές “γενοκτονίας” για την αντιμετώπισή του. Αυτός ο “άλλος κόσμος” συγκροτείται από νέα κοινωνικά υποκείμενα, τα οποία είναι σαφώς πιο διευρυμένα από την “εργατική τάξη”, όπως αυτή προσδιορίζεται στους καπιταλιστικού κοινωνικούς σχηματισμούς. Ο “αποκλεισμός” αφορά τον εξοβελισμό τους από τους μηχανισμούς αναπαραγωγής (και ενσωμάτωσης) της εργατικής δύναμης και των γενικών συνθηκών της παραγωγής. Το εργατικό κίνημα οικοδομείται με κύριο όπλο την διαπραγμάτευση της ίδιας της εργατικής δύναμης, η οποία είναι αναγκαία για τους καπιταλιστές. Όταν όμως οι καπιταλιστές δεν έχουν ανάγκη μεγάλο μέρος αυτής της εργατικής δύναμης, τι μπορεί να διαπραγματευτεί το εργατικό κίνημα;
Η κοινωνική πόλωση σήμερα δεν μπορεί να πολιτικά να διαμεσολαβηθεί από τους στρατηγικούς σχεδιασμούς και τα “πολιτικά προγράμματα” που επεξεργάζονται τα επιτελεία της Αριστεράς, παρά μόνο από πολιτικές πρακτικές που “εδώ και τώρα” μετατρέπουν τα κοινωνικά υποκείμενα σε δρώσες κοινωνικές δυνάμεις: Δεν θα πρέπει να λησμονούμε ότι όλες τις μεγάλες μάχες που σημάδεψαν το μαζικό κίνημα αλλά και τις πολιτικές εξελίξεις στην χώρα μας, όπως ο “Δεκέμβρης”, οι “πλατείες”, η “Κερατέα”, οι “σκουριές της Χαλκιδικής” ήταν εκτός των “πολιτικών σχεδίων” της όποιας Αριστεράς και σε καμία περίπτωση δεν καταγραφούν την πολιτική συγκρότηση κανενός εργατικού κινήματος, όπως αυτό ορίζεται στα πολιτικά λεξικά της Αριστεράς.
Σήμερα η βασική πολιτική αδυναμία του ΣΥΡΙΖΑ είναι ότι δεν έχει μια πολιτική γραμμή που να δοκιμάζεται και να οικοδομεί κίνημα "εδώ και τώρα". Συλλογικά εγχειρήματα κοινωνικής αλληλεγγύης, αυτοδιαχείρισης και αναζήτησης εναλλακτικών τρόπων διαχείρισης για την κάλυψη των κοινωνικών αναγκών στην παραγωγή και στην διανομή προϊόντων και υπηρεσιών (κοινωνικά ιατρεία, κοινωνικά παντοπωλεία κλπ) συγκροτούν πολιτικές που έχουν εφαρμογή “εδώ και τώρα” και ανοίγουν δρόμους ενεργής συμμετοχής του λαϊκού παράγοντα στα κοινωνικά δρώμενα. Όμως έχουν μερικό και περιθωριακό χαρακτήρα στην γενικότερη πολιτική του δράση.
Το αίτημα για "ελεύθερες συλλογικές διαπραγματεύσεις" και "το κράτος εγγυητή του κατώτατου μισθού", σε προηγούμενες εποχές είχε την δυνατότητα να συγκροτήσει τα απαραίτητα κοινωνικά συμβόλαια για την ανάπτυξη του εργατικού συνδικαλισμού. Σήμερα αυτά τα αιτήματα δεν μπορούν να απαντήσουν στην απαξίωση της εργατικής δύναμης και στην μόνιμη και διευρυμένη ανεργία. Δυστυχώς συνολικά η Αριστερά σε αυτά τα ζητήματα δεν έχει πειστικές απαντήσεις. Ο κυβερνητισμός της "παραγωγικής ανασυγκρότησης" δεν είναι πειστικός γιατί απλά δεν μπορεί να εκφραστεί από πολιτικές πρακτικές του "εδώ και τώρα", αλλά παραπέμπει σε μια άλλου τύπου διαχείριση της “παραγωγικής ανάπτυξης” μέσω της κρατικής εξουσίας.
Στον χώρο της εργασίας ο ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορεί να διαμορφώσει πολιτική γραμμή, όπως εξάλλου και όλοι οι άλλοι χώροι της Αριστεράς, για την ανασυγκρότηση του εργατικού κινήματος, αφού δεν μπορεί να ενοποιήσει τα τμήματα του κόσμου της εργασίας που κατέχουν θέσεις εργασίας και προσπαθούν με κάθε τρόπο να τις διατηρήσουν με όλο εκείνο τον κόσμο που όλο και περισσότερο τίθεται εκτός εργασίας και αντιλαμβάνεται ότι δεν πρόκειται να βρεθεί σύντομα εντός, ακόμα και αν υπάρξει μια "κυβέρνηση της Αριστεράς".
6. Για μια άλλη πολιτική
Η “ολιστική” αντίληψη της Πολιτικής, όπως την έχει κληρονομήσει η Αριστερά από τις παραδόσεις των κομμουνιστικών κομμάτων, δεν αναγνωρίζει την κυριαρχία της αντίφασης απέναντι στην ενότητα.
Η ιστορική εμπειρία του προηγούμενου αιώνα έδειξε πως καμιά πρωτοπορία,
ούτε κανένα σύστημα παραγωγής πολιτικής- όπως ο δημοκρατικός
συγκεντρωτισμός - κατάφεραν να υπερβούν τελικά την κυριαρχία της
αντίφασης για χάριν της ενότητας της Πολιτικής: Η υποταγή της ταχτικής
στην στρατηγική, είναι μια εξελικτική/ντετερμινιστική προσέγγιση της
Πολιτικής, η οποία χάριν της ενότητας και της αποτελεσματικότητας της
πολιτικής πάλης για τους “μεταβατικούς στόχους”, εξοβελίζει από την
συγκυρία την πολιτική πάλη για τους στρατηγικούς στόχους και οδηγεί στον
αυτοπεριορισμό της εντός των πλαισίων της κρατικής διαχείρισης, είτε με
την μορφή του αστικού κοινοβουλευτισμού, είτε με την μορφή του κράτους –
κόμματος του πρώην υπαρκτού κομμουνισμού.
Ζητούμενο είναι η αναζήτηση μιας άλλης Πολιτικής, η οποία δεν απεμπολεί εντός της συγκυρίας τα αντισυστημικά και ανατρεπτικά χαρακτηριστικά της. Πεδίο εφαρμογής της - στο οποίο μπορούν κάποια χαρακτηριστικά της να αποκτήσουν υλική υπόσταση μέσα από πρακτικές μορφές που πραγματώνονται “εδώ και τώρα” - είναι πρώτα απ' όλα το ίδιο το κόμμα. Όμως, μια πληθώρα φαινομένων καταγράφουν ότι ο σημερινός ΣΥΡΙΖΑ αποτελεί αντιπαράδειγμα αυτής της άλλης Πολιτικής. Που να αναφερθούμε; Στην αδιαφάνεια της διαχείρισης των οικονομικών του; Στην διαχείριση του ζητήματος των επαγγελματικών στελεχών; Στα φαινόμενα οικογενειοκρατίας και κομματικής φεουδαρχίας; Στην μη συμμετοχή των μελών του στην λήψη κρίσιμων αποφάσεων;
Επίσης, αυτή η άλλη Πολιτική προϋποθέτει την αυτονομία της από το κράτος και την διαχείρισή του. Πρακτικά σημαίνει αυτονομία της στρατηγικής από την ταχτική και προτάσσει ένα νέο πολιτικό καθήκον, το οποίο σχηματικά θα μπορούσαμε να το εκφράσουμε ως ανάγκη για την ταυτόχρονη διαμόρφωση όχι ενός αλλά για δύο ξεχωριστών “πολιτικών προγραμμάτων”, ανταγωνιστικών και σε ρήξη μεταξύ τους.
- Το “κυβερνητικό πρόγραμμα” που στοχεύει στην κρατική διαχείριση και αποτελεί χώρο ταξικών και κοινωνικών συμβιβασμών όπως αυτοί εκφράζονται εντός του κράτους και των πολιτικών του.
- Το “κινηματικό πρόγραμμα” που στοχεύει στην ανάπτυξη ενός αντισυστημικού και ανατρεπτικού μαζικού κινήματος ανταγωνιστικού προς το κράτος και το κεφάλαιο.
Πως μπορεί να συμβεί αυτό από έναν “ενιαίο” πολιτικό φορέα; Με την αντικατάσταση της “πολιτικής συμφωνίας” η οποία τον συγκροτεί. Δεν πρόκειται απλά για συμφωνία που προσδιορίζει με άλλους όρους την συνύπαρξη τάσεων και ρευμάτων στο εσωτερικό του και ρυθμίζει τους μεταξύ τους ανταγωνισμούς, αλλά για μια άλλη αντίληψη για την Πολιτική. Σχηματικά θα μπορούσαμε να περιγράψουμε αυτή την Πολιτική, ως μια Πολιτική που θα αντιλαμβάνεται με διαφορετικό τρόπο την εξουσία ως διακύβευμα απ' αυτόν με τον οποίο έθετε αυτό το ζήτημα μέχρι σήμερα η παραδοσιακή Αριστερά. Μια πολιτική που ο κοινοβουλευτισμός δεν θα είναι το βασικό πλαίσιο άσκησής της. Μια πολιτική που θα παράγεται από μορφές οργάνωσης απομακρυσμένες σε μεγάλο βαθμό από το μοντέλο του κόμματος που κυριάρχησε τον 20ο αιώνα και και το οποίο βρήκε την ολοκλήρωσή του στο κόμμα – κράτος του υπαρκτού κομμουνισμού.
Είναι λοιπόν προφανή στα πλαίσια αυτής της άλλης Πολιτικής, τα διακριτά όρια αλλά κυρίως η διακριτή δυναμική που αποκτούν, τόσο οι κοινωνικές όσο και πολιτικές συμμαχίες επειδή συγκροτούνται πάνω σε διαφορετικές στοχεύσεις: Άλλες είναι οι πρακτικές μέσω των οποίων πραγματώνονται οι πολιτικές που αφορούν στην κρατική διαχείριση και άλλες αυτές που συγκροτούν ένα αντισυστημικό και ανατρεπτικό μαζικό κίνημα.
Ζητούμενο είναι η αναζήτηση μιας άλλης Πολιτικής, η οποία δεν απεμπολεί εντός της συγκυρίας τα αντισυστημικά και ανατρεπτικά χαρακτηριστικά της. Πεδίο εφαρμογής της - στο οποίο μπορούν κάποια χαρακτηριστικά της να αποκτήσουν υλική υπόσταση μέσα από πρακτικές μορφές που πραγματώνονται “εδώ και τώρα” - είναι πρώτα απ' όλα το ίδιο το κόμμα. Όμως, μια πληθώρα φαινομένων καταγράφουν ότι ο σημερινός ΣΥΡΙΖΑ αποτελεί αντιπαράδειγμα αυτής της άλλης Πολιτικής. Που να αναφερθούμε; Στην αδιαφάνεια της διαχείρισης των οικονομικών του; Στην διαχείριση του ζητήματος των επαγγελματικών στελεχών; Στα φαινόμενα οικογενειοκρατίας και κομματικής φεουδαρχίας; Στην μη συμμετοχή των μελών του στην λήψη κρίσιμων αποφάσεων;
Επίσης, αυτή η άλλη Πολιτική προϋποθέτει την αυτονομία της από το κράτος και την διαχείρισή του. Πρακτικά σημαίνει αυτονομία της στρατηγικής από την ταχτική και προτάσσει ένα νέο πολιτικό καθήκον, το οποίο σχηματικά θα μπορούσαμε να το εκφράσουμε ως ανάγκη για την ταυτόχρονη διαμόρφωση όχι ενός αλλά για δύο ξεχωριστών “πολιτικών προγραμμάτων”, ανταγωνιστικών και σε ρήξη μεταξύ τους.
- Το “κυβερνητικό πρόγραμμα” που στοχεύει στην κρατική διαχείριση και αποτελεί χώρο ταξικών και κοινωνικών συμβιβασμών όπως αυτοί εκφράζονται εντός του κράτους και των πολιτικών του.
- Το “κινηματικό πρόγραμμα” που στοχεύει στην ανάπτυξη ενός αντισυστημικού και ανατρεπτικού μαζικού κινήματος ανταγωνιστικού προς το κράτος και το κεφάλαιο.
Πως μπορεί να συμβεί αυτό από έναν “ενιαίο” πολιτικό φορέα; Με την αντικατάσταση της “πολιτικής συμφωνίας” η οποία τον συγκροτεί. Δεν πρόκειται απλά για συμφωνία που προσδιορίζει με άλλους όρους την συνύπαρξη τάσεων και ρευμάτων στο εσωτερικό του και ρυθμίζει τους μεταξύ τους ανταγωνισμούς, αλλά για μια άλλη αντίληψη για την Πολιτική. Σχηματικά θα μπορούσαμε να περιγράψουμε αυτή την Πολιτική, ως μια Πολιτική που θα αντιλαμβάνεται με διαφορετικό τρόπο την εξουσία ως διακύβευμα απ' αυτόν με τον οποίο έθετε αυτό το ζήτημα μέχρι σήμερα η παραδοσιακή Αριστερά. Μια πολιτική που ο κοινοβουλευτισμός δεν θα είναι το βασικό πλαίσιο άσκησής της. Μια πολιτική που θα παράγεται από μορφές οργάνωσης απομακρυσμένες σε μεγάλο βαθμό από το μοντέλο του κόμματος που κυριάρχησε τον 20ο αιώνα και και το οποίο βρήκε την ολοκλήρωσή του στο κόμμα – κράτος του υπαρκτού κομμουνισμού.
Είναι λοιπόν προφανή στα πλαίσια αυτής της άλλης Πολιτικής, τα διακριτά όρια αλλά κυρίως η διακριτή δυναμική που αποκτούν, τόσο οι κοινωνικές όσο και πολιτικές συμμαχίες επειδή συγκροτούνται πάνω σε διαφορετικές στοχεύσεις: Άλλες είναι οι πρακτικές μέσω των οποίων πραγματώνονται οι πολιτικές που αφορούν στην κρατική διαχείριση και άλλες αυτές που συγκροτούν ένα αντισυστημικό και ανατρεπτικό μαζικό κίνημα.
ΑπάντησηΔιαγραφήΣύντροφοι, Εάν κάποιο link δεν δουλεύει κάποια στιγμή η μπλοκάρει, στο internet δεν ανεβαίνουμε κατευθείαν στα κεραμίδια καβάλα στα πληκτρολόγια.
"Για την ταξική βάση της εσωκομματικής διαπάλης στον ΣΥΡΙΖΑ"
http://left.gr/news/gia-tin-taxiki-vasi-tis-esokommatikis-diapalis-ston-syriza
Μήπως κάποιος πρέπει να ζητήσει και συγνώμη;
Πόπη Μέλλιου
Αν ήταν μόνον το link, πράγματι υπήρχαν κάποιες (περισσότερο θεωρητικές πιθανότητες παρά πρακτικές) να είχε βάλει η θεά τύχη το χεράκι της.
Διαγραφήhttp://left.gr/news/gia-tin-taxiki-vasi-tis-esokommatikis-diapalis-ston-syriza
Όμως διαγράφτηκε και από την σελίδα που έκανε την παραπομπή:
http://left.gr/news/meta-tis-ekloges-o-dialogos-gia-tin-poreia-toy-syriza-sto-leftgr
Η σελίδα αυτή λειτουργούσε κανονικά, αλλά είχε διαγραφεί ο τίτλος του κειμένου και ο συντάκτης του. Αυτό σε καμία περίπτωση δεν είναι τυχαίο. Μόνον ο διαχειριστής μπορεί να το κάνει
Λογοκρισία στα μέσα ενημέρωσης του ΣΥΡΙΖΑ δεν θα επιβληθεί.
ΑπάντησηΔιαγραφήΧαιρόμαστε που η θλιβερή προσπάθεια επιβολής λογοκρισίας στο LEFT.gr κατέπεσε.
Να γνωρίζουν οι σύντροφοι που δίνουν την αφανή μάχη της ελεύθερης ενημέρωσης πως η δημοκρατία και η αριστερά τους οφείλει πολλά και έχουν τον απόλυτο σεβασμό μας.
Πάντως το λινκ δουλεύει μια χαρά:
ΑπάντησηΔιαγραφήhttp://left.gr/news/gia-tin-taxiki-vasi-tis-esokommatikis-diapalis-ston-syriza
Το μόνο που καταφέρνετε με την αβάσταχτη επιπολαιότητά σας είναι να δίνετε τροφή σε λυσσασμένους εχθρούς του ΣΥΡΙΖΑ:
http://leninreloaded.blogspot.com/2014/06/leftgr.html
Ντροπή!
Νίκο Σαραντάκο, μας είστε στ' αλήθεια αγαπητός.
ΔιαγραφήΘα δεχόμασταν ευχαρίστως την κριτική σας υπό τρείς προϋποθέσεις.
Πρώτον αν η λογοκρισία που καταγγέλλουμε δεν είχε συμβεί αλλά ωστόσο συνέβη για ορισμένες ώρες κατά τις οποίες και γράφτηκε το παρόν κείμενο διαμαρτυρίας.
Δεύτερον αν την κριτική σας την είχατε ήδη απευθύνει προς τα επιτελεία εκείνα που φροντίζουν μέσω των "ειδικών συνεργατών" και των "υπεύθυνων διαρροών" προς φιλικά συνεργαζόμενα μέσα όπως το tvxs.gr να υπονομεύουν προκαταβολικά τη δημοσίευση κειμένων της όποιας άλλης άποψης (σαν αυτό των 53) δίνοντας σκόπιμα τροφή στα κοράκια της κυβέρνησης ώστε να σωπάσει έτσι κάθε φωνή κριτικής.
Τρίτον αν είχατε δώσει οποιασδήποτε μορφής μάχη για την ανεμπόδιστη διάδοση των απόψεων εντός του κόμματος ως δημοκρατικό δικαίωμα όλων των μελών και όχι μόνον όσων συστρατεύονται με τους μηχανισμούς και τις προσβάσεις που αυτοί τους εξασφαλίζουν προς τη δημοσιότητα.
Όσο για το άν blog σαν το παραπάνω που αναφέρετε και το οποίο υπηρετεί την παρέα της Περισσός ΑΕ αξιοποιεί την κριτική εις βάρος του ΣΥΡΙΖΑ, αυτό δεν μας ανησυχεί.
Τουλάχιστον δεν μας ανησυχεί περισσότερο από τα φαινόμενα λογοκρισίας εις βάρος συντρόφων που δεν προστατεύονται από τους μηχανισμούς όπως επίσης και από τις απόψεις που εντός του κόμματος αντιλαμβάνονται ως δυνάμει σύμμαχες τις υφιστάμενες ηγεσίες του κόμματος εκείνου που εσείς αποκαλείτε "λυσσασμένους εχθρούς του ΣΥΡΙΖΑ".
Καμία ντροπή.
Ευχαριστώ για την απάντηση, αγαπητέ. Ας μη συμφωνήσουμε. Εγώ αν έβλεπα κάτι που έμοιαζε με κόψιμο (ήδη δημοσιευμένου, ας μην το ξεχνάμε) άρθρου από το left.gr, θα τους έστελνα μέιλ, δεν θα έβγαινα να καταγγέλλω με απαράδεχτους χαρακτηρισμούς. Ίσως όμως είναι θέμα χαρακτήρα.
ΑπάντησηΔιαγραφήΌμως, θελω να κάνω μια διευκρίνιση γιατί βλέπω ότι μου αποδίδετε φράσεις που δεν τις είπα. "Λυσσασμένους εχθρούς του ΣΥΡΙΖΑ" αποκάλεσα το ιστολόγιο στο οποίο παρέπεμψα, τον υπεύθυνό του δηλαδή και τους συχνούς θαμώνες του -σε καμιά περίπτωση το ΚΚΕ. Άλλωστε ο ενλόγω δεν είναι μέλος του κόμματος, και ίσως ο αντισύριζα ζήλος του να οφείλεται σε προσπάθεια υπεραναπλήρωσης.
Παρακαλώ να δημοσιεύσετε τη διευκρίνιση, διότι στο Διαδίκτυο άλλα λες κι άλλα σου λένε ότι λες. Και χαίρομαι που δεν έχετε ανησυχίες, βοηθάει στον καλό ύπνο.
Αγαπητέ Νίκο Σαραντάκο.
ΔιαγραφήΑυτά που θα έκανες εάν ήσουν στη θέση μας, στην οποία φυσικά και δεν μπορείς να βρίσκεσαι ίσως, επίσης, λόγω χαρακτήρα ίσως όμως και λόγω επιλογών, δεν τα έκανες ούτε και στις περιπτώσεις τις οποίες σου αναφέραμε στο παραπάνω σχόλιό μας, το οποίο έκανες σαν να μην το είδες στα σημεία που σου ζητήσαμε ευθύνη.
Όσο για την διευκρίνησή σου σχετικά με το ρόλο του ΚΚΕ, να σου ευχηθούμε κι εμείς με τη σειρά μας καληνύχτα και καλή τύχη