Του Φώτη Τερζάκη
Στο φύλλο του Σαββάτου 13 Νοεμβρίου του Δρόμου της Αριστεράς, ο δικηγόρος και δημοτικός σύμβουλος Χαϊδαρίου κος Κώστας Ασπρογέρακας δημοσίευσε ένα άρθρο με τίτλο «Αναπάντητα ερωτήματα», ασκώντας κριτική στο αφιέρωμα του προηγούμενου Σαββάτου (6 Νοεμβρίου 2021), που είχα επιμεληθεί, με θέμα «Βιοπολιτικός ολοκληρωτισμός και υγειονομικό απαρτχάιντ: υπάρχει μια αριστερή απάντηση;» Παρότι στην ανάπτυξη της ένστασής του επικεντρώνεται σχεδόν αποκλειστικά το κείμενο της κας Ρούλας Σαρρή —η οποία απάντησε ήδη (φύλλο της 20ής Νοεμβρίου)—, θα ήθελα να δώσω και από την πλευρά μου μιαν απάντηση, παρότι δεν αναφέρομαι ονομαστικά στην κριτική του· και θα το επιχειρήσω από εδώ, για να μην επιβαρύνω περαιτέρω τις περιορισμένες σελίδες της εφημερίδας.
Εν πρώτοις μού ήταν κάπως δυσανάγνωστη η πρόθεση του κου Ασπρογέρακα. Δεν είναι καθόλου σαφές αν η ένστασή του ήταν κυρίως σε ιατρικό επίπεδο (να υπερασπίσει την αποτελεσματικότητα των επιβαλλόμενων εμβολίων) ή σε πολιτικό επίπεδο (να αθωώσει την καθεστωτική αριστερά από τις οδυνηρές κατηγορίες που της αποδίδουμε), ή και τα δύο. Σε κάθε περίπτωση, η χρήση της λέξης «διάλογος» δύο φορές σε εισαγωγικά υπονοεί προφανώς ότι δεν υπήρχε πραγματικός διάλογος αλλά απόψεις εκ προοιμίου συγκλίνουσες. Δεν κατάλαβα όμως επίσης αν αυτό είχε στόχο την πολιτική της εφημερίδας ή του αφιερώματος. Στο αφιέρωμα πάντως δεν υπήρχε πουθενά ο όρος «διάλογος»: πρόθεσή μας ήταν να συστήσουμε έναν οργανωμένο αντίλογο στη δημόσια πολιτική και γι’ αυτόν τον σκοπό, ως επιμελητής του αφιερώματος, απευθύνθηκα εκ προθέσεως σε πρόσωπα και συλλογικότητες των οποίων η φωνή και η άποψη είναι αποκλεισμένες από τα ελεγχόμενα μέσα δημοσιότητας. Ο «Διάλογος» είναι προμετωπίδα της εφημερίδας για τις σελίδες που φιλοξενούν αυτά τα κείμενα, και ως τώρα τον έχει τηρήσει μάλλον με συνέπεια: απόδειξη το ίδιο το κείμενο του κου Ασπρογέρακα που μας δίνει αφορμή γι’ αυτή τη συζήτηση.
Επί του περιεχομένου τώρα. Τα όσα λέει για τα εμβόλια στις ενστάσεις υπ’ αριθμόν 1, 2 και 4 είναι κάπως θολά ή αμφίσημα διατυπωμένα. Όταν, για παράδειγμα, λέει (ένσταση 4) ότι «είναι αντικειμενικά αδύνατο να γνωρίζουμε τί πληροφορίες θα μεταφέρουν [τα εμβόλια mRNA] στην αμφίδρομη διαδρομή τους από και προς το DNA», το εννοεί αυτό άραγε ως επιχείρημα υπέρ ή κατά των εμβολίων mRNA; Όπως και αν ο ίδιος το εννοεί, πάντως, η μόνη απάντηση που συνάγεται λογικά από την προκείμενή του είναι καταδικαστική για τη χρήση τους: όταν δεν γνωρίζουμε τί αλλοιώσεις μπορεί να προκαλέσει μια φαρμακευτική ουσία στον οργανισμό, και μάλιστα στον ίδιο τον πυρήνα της ζωής που είναι ο κώδικας της αναπαραγωγής της, απλώς δεν την χρησιμοποιούμε – μέχρις ότου, και αν ποτέ, μάθουμε περισσότερα. Όταν επιβάλλουμε τη χρήση της, και μάλιστα όχι σε νοσούντες αλλά σε υγιή πληθυσμό, τότε μιλάμε για προσχεδιασμένο έγκλημα κατά της ζωής, και ως εκ προθέσεως εγκληματίες θα πρέπει να αντιμετωπιστούν όσοι τη συνιστούν ή την επιβάλλουν.
Παραπάνω ο κος Ασπρογέρακας ζητάει να γίνει μια διάκριση μεταξύ εμβολίων «που γίνονται με τον παραδοσιακό τρόπο αποδυνάμωσης του ιού» και «εμβολίων ταχύτητας mRNA» (ένσταση 2). Αν με αυτό θέλει να πει ότι τα παραδοσιακά εμβόλια είναι ασφαλέστερα και, συνεπώς, δεν πρέπει είμαστε αδιακρίτως κατά των εμβολίων (πράγμα που μοιάζει να συνεπικουρείται κι από το νόημα της ένστασης 1, όπως την καταλαβαίνω), εν πρώτοις θα συμφωνήσουμε: πράγματι, τα παραδοσιακά εμβόλια είναι ασφαλέστερα από τα fast-track «εμβόλια» που πασχίζει αυτή τη στιγμή να πουλήσει σε όλον τον πληθυσμό η Big Pharma. Όμως, και πάλι, για τί πράγμα είναι επιχείρημα αυτό; Το μόνο συμπέρασμα που μπορεί να εξαχθεί είναι ότι, ακόμη και αν κάποιος αποδέχεται τη λελογισμένη χρήση κάποιων εμβολίων —δεν είναι κατά το λεγόμενο ολικός «αρνητής», παρότι κι αυτό είναι δικαίωμά του να είναι—, δεν έχει απολύτως κανέναν λόγο να εμπιστεύεται τα επιβαλλόμενα τούτη τη στιγμή «εμβόλια». Ή μήπως παρερμηνεύω το νόημα της παρατήρησης; Ό,τι κι αν εννοεί, πάντως, αρκεί να μπει κάποιος στην επίσημη ιστοσελίδα του ΠΟΥ που καταγράφει τις δηλωμένες παρενέργειες εμβολίων και φαρμάκων (updated 12 Nov. 2021) για να πάρει αμέσως μια συγκριτική εικόνα: εμβόλιο κατά τη ευλογιάς, 711 παρενέργειες· ιβερμεκτίνη, 5.705· υδροχλωροκίνη, 32.000· εμβόλιο κατά της ηπατίτιδας-Α, 46.000· ασπιρίνη, 184.000… (στα 49 χρόνια χρήσης τους). Εμβόλιο Covid-19, 2.457.000 παρενέργειες (στους δέκα μήνες χρήσης του!) Τί άλλο να πούμε εδώ;
Οι ενστάσεις 3 και 5 είναι πολύ πιο σαφείς και δίνουν, κατά τη γνώμη μου, αφορμή για το πιο ουσιαστικό μέρος της συζήτησης. Ο κος Ασπρογέρακας επιρρίπτει στη κα Σαρρή ότι «δεν λέει ευθέως αν είναι υπέρ της νόσησης και της φυσικής, στη συνέχεια, ανοσίας – για όσους βέβαια καταφέρουν να επιζήσουν…» (ένσταση 3). Η απάντηση της κας Σαρρή νομίζω ξεκαθαρίζει πλήρως τη θέση της, και είναι η θέση που κάθε υπεύθυνος και στοιχειωδώς ενήμερος θεραπευτής θα είχε: η φυσική ανοσία είναι ένα εκατομμύριο φορές ισχυρότερη και διαρκέστερη από την τεχνητή ανοσία, και η σκέψη και μόνο να τις συγκρίνει κάποιος είναι βλακώδης… Και ο μόνος τρόπος να επιτευχθεί φυσική ανοσία είναι η νόσηση. Καμία επιδημία δεν αντιμετωπίστηκε ποτέ με εμβόλια, ούτε αποδυναμώθηκε από φάρμακα τα οποία είχαν σκοπό απλώς και μόνο την ανακούφιση των συμπτωμάτων, αλλά με τη φυσική νόσηση ενός πολύ μεγάλου αριθμού ανθρώπων – πράγμα που θα γίνει και με την επιδημία της Covid-19 επίσης. Το ερώτημα είναι, ασφαλώς, με τί τίμημα… Θα ήταν εύλογο ερώτημα εάν είχαμε μια επιδημία όπως η λεγόμενη «ισπανική γρίπη» που θανάτωσε σχεδόν το μισό του νεαρού πληθυσμού της Ευρώπης – η οποία, παρεμπιπτόντως, δεν αντιμετωπίστηκε με κανένα εμβόλιο ή φάρμακο παρά έσβησε αφού ολοκλήρωσε τον φονικό της κύκλο. Είναι γελοίο όμως να τίθεται καν το ερώτημα για μια επιδημία της οποίας το ποσοστό θνητότητας κυμαίνεται στα επίπεδα του 0,05-0,50% για τον γενικό πληθυσμό, με τις υψηλότερες τιμές βέβαια στους υπερήλικες, στους εγκλείστους ή σε ασθενείς επιβαρυμένους με σοβαρά νοσήματα. Τί πρέπει να πούμε τότε για την ελονοσία, τη φυματίωση, την κοινή εποχική γρίπη (ή και τα τροχαία), που σημειώνουν από ανάλογα έως τρομακτικά υψηλότερα ποσοστά θανάτων σε συνεχή μάλιστα βάση, αλλά για τα οποία κανένα έκτακτο μέτρο δεν σκέφτηκε κανείς να πάρει; Και παραμένει βέβαια το κρίσιμο ερώτημα, που είναι πρωτίστως κοινωνιολογικό και δευτερευόντως ιατρικό, ποια συναίτια, βιολογικά, ψυχολογικά και κοινωνικά, επιδρούν σε αυτή την ελάχιστη έστω θνητότητα που οι στατιστικές αποδίδουν αξιόπιστα στην Covid-19…
Είναι ωστόσο στην ένσταση 5 όπου ο κος Ασπρογέρακας, επισείοντας το δίλημμα «εμβόλιο ή θάνατος, στις περισσότερες των περιπτώσεων αυτών που θα νοσήσουν από τον ιό, που είναι παραπάνω από βέβαιο ότι συμβαίνει και ότι θα συμβεί στη συνέχεια», κυριολεκτικά… το απογειώνει. Τί πρέπει να κάνουμε, σαν να λέμε, απέναντι σε μια μάστιγα από την οποία γλυτώνει μόνο το 99,5% των προσβεβλημένων; Εδώ ακριβώς γίνεται κατάφωρη η μεθοδική τρομοκράτηση του πληθυσμού που για κατανοητούς λόγους είναι η επιλεγμένη στρατηγική μιας νεοφασιστικής κυβέρνησης, αλλά εντελώς ακατανόητη για τους άθλιους «αριστερούς» συνοδοιπόρους της. Αυτός ο μακάβρια εξαγγελλόμενος «θάνατος» είναι «παραπάνω από βέβαιο» ότι ούτε συμβαίνει ούτε θα συμβεί. Ακόμη όμως κι αν είχε σοβαρότερες πιθανότητες απ’ όσες πραγματικά έχει, από πού προκύπτει ότι η μόνη εναλλακτική είναι το «εμβόλιο» – ενόψει μάλιστα όσων ειπώθηκαν νωρίτερα για τα πειραματικά εμβόλια mRNA;
Δεν θα συζητήσω πάντως εδώ ούτε τις πολλές, φτηνές και ανώδυνες θεραπευτικές λύσεις που είναι διαθέσιμες για την ανακούφιση και την αποθεραπεία των νοσούντων, ούτε τί θα ήταν ένα καλά οργανωμένο και λειτουργικό σύστημα υγείας εκ μέρους και προς όφελος της κοινότητας. Για τον μεν πρώτο έχουν μιλήσει και μιλούν πολλοί αρμοδιότεροι εμού και άγνοια δεν συγχωρείται, το δε δεύτερο είναι αντικείμενο μια πιο ειδικής και μακράς πολιτικής συζήτησης που δεν είναι ούτε η ώρα ούτε ο χώρος να γίνει εδώ. Θα σταθώ μόνο σ’ ένα επιχείρημα που ακούω πολλές φορές και από το στόμα ανθρώπων οι οποίοι διατηρούν εύλογες επιφυλάξεις για την αποτελεσματικότητα των εμβολίων, και αντιτίθενται έντιμα σε κάθε υποχρεωτικότητα, θεωρούν όμως δεδομένο ότι «τουλάχιστον σε προφυλάσσουν από τη βαριά νόηση».
Δυστυχώς, δεν είναι έτσι. Απ’ όσες χώρες δίνουν αξιόπιστα δεδομένα (π.χ. Βρετανία, ΗΠΑ, Ισραήλ, Γιβραλτάρ, Σουηδία, Δανία) φαίνεται ότι αυτή τη στιγμή τα ποσοστά των διασωληνωμένων στις ΜΕΘ ασθενών έχουν την ίδια αναλογία εμβολιασμένων-ανεμβολίαστων μ’ εκείνη που υπάρχει στον γενικό πληθυσμό: δηλαδή, το εμβόλιο δεν παίζει κανένα, ή σχεδόν κανένα, ρόλο (και το τί ποσοστό από τους ασθενείς αυτούς θα πεθάνουν επειδή ακριβώς διασωληνώθηκαν και εισήχθηκαν στις ΜΕΘ αντί άλλης αντιμετώπισης, σε τί ποσοστό δηλαδή τους σκοτώνει η ίδια η ασκούμενη ιατρική, το αφήνω κατά μέρος ως υπαγόμενο στη συζήτηση περί των συστημάτων υγείας). Δεν χρειάζεται να πω, βέβαια, ότι στην Ελλάδα τα σχετικά δεδομένα φυλάσσονται ως μυστικά υψίστης εθνικής ασφαλείας – οπότε καθένας μπορεί να λέει ό,τι θέλει.
Τώρα, δεδομένης της πρακτικώς αμελητέας αποτελεσματικότητας του εμβολίου σε σχέση με τον σκοπό για την οποίον δίνεται, οι δηλωμένες (μόνο, που εκτιμάται πως είναι λιγότερο από 20% των πραγματικών) παρενέργειές του είναι κολοσσιαίες και υπερσκελίζουν συντριπτικά τα οφέλη του. Και λέγοντας παρενέργειες, πάλι, δεν εννοώ μόνο τις «παράπλευρες», συνηθέστερα καρδιοεγκεφαλικά, νευρολογικά και θρομβώσεις (οι οποίες στην Ελλάδα όχι μόνο δεν καταγράφονται, όπως επιβάλλει ο ιατρικός κώδικας, αλλά και αποτρέπεται με σκαιότητα η δήλωσή τους)· εννοώ επίσης εκείνες που σχετίζονται άμεσα με την ίδια τη νόσηση στην οποία προτείνεται το «εμβόλιο» ως προφυλακτικό μέτρο. Το πρόβλημα είναι αυτό που γνωρίζουν καλά οι κλινικοί ως υπεραντίδραση του οργανισμού (η λεγόμενη «καταιγίδα ωκυτοκινών», εν προκειμένω), που καθιστά πολλούς εμβολιασμένους πολύ πιο τρωτούς, ακόμη και σε τόσο μικρή επαφή με τον ιο που από έναν υγιή ανεμβολίαστο δεν θα γινόταν καν αισθητή.
Ακόμη κι αν κάποιος αγνοούσε, ή αμφισβητούσε ευθέως, αυτά τα δεδομένα, αρκεί ένας απλούστατος συλλογισμός για να οδηγηθεί στο ίδιο συμπέρασμα – για τον οποίον μοιάζουν να είναι ανίκανοι οι σημερινοί τιμητές του «ανορθολογισμού». Στην Ελλάδα σήμερα έχουμε μια τρομακτική άνοδο των θανάτων από κάθε αιτία, της τάξεως άνω του 20% εν συγκρίσει με τον μέσο όρο της πενταετίας 2015-19. Αυτοί βέβαια δεν οφείλονται στην Covid-19, όπως η δημόσια προπαγάνδα θέλει να μας κάνει να πιστέψουμε· η βεβαιότητα γι’ αυτό προκύπτει και μόνο από το γεγονός ότι κρύβουν επιμελώς όλα τα στοιχεία (δεν επιτρέπουν καν νεκροψίες!): αν ήταν αλήθεια, ασφαλώς και θα έσπευδαν να τα δημοσιοποιήσουν αφού θα επικύρωναν θριαμβευτικά τους ισχυρισμούς τους. Αντ’ αυτού επαναλαμβάνουν σε όλους τους δυνατούς τόνους, με θράσος αλλά και με ανήκουστη αφέλεια, ότι γι’ αυτό «ευθύνονται οι ανεμβολίαστοι» (!) Λοιπόν, εάν σήμερα που οι ανεμβολίαστοι είναι περίπου 35% του πληθυσμού (περιλαμβανομένων των παιδιών) έχουμε φτάσει σε ρεκόρ θανάτων, γιατί δεν συνέβαινε το ίδιο πριν τον Φεβρουάριο του 2021, όταν «ανεμβολίαστοι» ήταν το 100% του πληθυσμού; Σημειωθήτω ότι η απογείωση του ποσοστού των θανάτων ξεκινάει από τον Σεπτέμβριο του 2021, όταν η επιχείρηση-εμβολιασμός έκλεινε τον πρώτο (και πιο αποφασιστικό) της κύκλο.
Ξαναλέω ότι αυτοί
οι συλλογισμοί είναι επίπεδου ενός παιδιού του δημοτικού. Η κυβέρνηση και οι
σύμβουλοί της δεν μπορεί ούτε να μην γνωρίζουν τα στοιχεία ούτε να είναι (όλοι)
τόσο ηλίθιοι ώστε, όσο μια στρατηγική αποτυχαίνει εκκωφαντικά, να εντείνουν
αυτήν ακριβώς τη στρατηγική… Έπεται ότι πρόκειται για συνειδητούς εγκληματίες
(εδώ δεν χρειάζονται ευφημισμοί), και αυτό δεν εκπλήσσει δεδομένης της
πολιτικής τους ταυτότητας και των συμφερόντων με τα οποία είναι καταστατικά
συνδεδεμένοι. Η «αριστερά» όμως; Ο κος Τσίπρας, για παράδειγμα, που ζητάει
ακόμη σκληρότερα μέτρα καταστολής και που παίρνει για σύμβουλό του ένα
αδίστακτο ντήλερ των διεθνών φαρμακευτικών όπως ο κος Γεροτζιάφας, να
υποθέσουμε ότι είναι απλώς διανοητικά ελλειμματικός ή κάτι άλλο συμβαίνει εδώ;
Με αυτό το ερώτημα θα ήθελα να κλείσω, και όποιος ενδιαφέρεται ας το πάρει ως homework.
ΦΩΤΗΣ
ΤΕΡΖΑΚΗΣ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου