Δημοσιεύθηκε στην Ελευθεροτυπία (23-11-1995) και την Καθημερινή (23-11-1995).
στα περιοδικά Πλατεία (Δεκ. 2006) και Ζενίθ (Ιαν. 2007).
Και ξαναδημοσιεύεται σήμερα, γιατί δεν άλλαξε τίποτα στα 24 χρόνια από το 1995 μέχρι το 2019, προφανώς επειδή, σ’ αντίθεση με τη γνωστή ρήση του Karl Marx ότι «η ιστορία επαναλαμβάνεται ως κωμωδία»,
όπως αποδεικνύεται και από τις εντεινόμενες, επαναλαμβανόμενες και ατιμώρητες εκδηλώσεις βαρβαρότητας των ένστολων ράμπο-υπηρετών των προμνημονιακών και μνημονιακών κυβερνήσεων της βίας, της αυθαιρεσίας και του αίματος.
Δημοσιεύθηκε στην Ελευθεροτυπία (23-11-1995) και την Καθημερινή (23-11-1995).
Τροποποιήθηκε μερικά και επαναδημοσιεύθηκε στην Ελευθεροτυπία (24-2-1996) και
στα περιοδικά Πλατεία (Δεκ. 2006) και Ζενίθ (Ιαν. 2007).
Και ξαναδημοσιεύεται σήμερα, γιατί δεν άλλαξε τίποτα στα 24 χρόνια από το 1995 μέχρι το 2019, προφανώς επειδή, σ’ αντίθεση με τη γνωστή ρήση του Karl Marx ότι «η ιστορία επαναλαμβάνεται ως κωμωδία»,
Η ΙΣΤΟΡΙΑ ΕΠΙΜΕΝΕΙ ΝΑ ΕΠΑΝΑΛΑΜΒΑΝΕΤΑΙ ΠΑΝΑΤΟΤΕ ΩΣ ΤΡΑΓΩΔΙΑ
όπως αποδεικνύεται και από τις εντεινόμενες, επαναλαμβανόμενες και ατιμώρητες εκδηλώσεις βαρβαρότητας των ένστολων ράμπο-υπηρετών των προμνημονιακών και μνημονιακών κυβερνήσεων της βίας, της αυθαιρεσίας και του αίματος.
Αυτό το σημείωμα για την αστυνομική βία, αφορά κατ’ αποκλειστικότητα εκείνες τις (ένστολες και μη) ψυχοπαθητικές «προσωπικότητες» που είναι επιρρεπείς στην άσκηση της βίας και αφιερώνεται στους (πάντοτε άνευ διακριτικών) θρασύδειλους (ένστολους και μη) «κυνηγούς κεφαλών» οι οποίοι είθισται να αυθαιρετούν απεριόριστα και εκ του ασφαλούς, εξαιτίας της κάλυψης ή της ανοχής των υπηρεσιακών και πολιτικών προϊσταμένων τους.
|
Μηνυτήρια Αναφορά
στον Εισαγγελέα Πλημμελειοδικών Θεσσαλονίκης (20/11/2006).
«Ο νεαρός αιμόφυρτος και με χειροπέδες, κακοποιούνταν βάναυσα από άτομα με πολιτικά ρούχα και μάσκες στο πρόσωπο, οι οποίοι μας δήλωσαν ότι ήταν αστυνομικοί. Ο άγριος ξυλοδαρμός συνέβη παρουσία ένστολων αστυνομικών και ενός τουλάχιστον αξιωματικού τους.
Οι μασκοφόροι δράστες απάντησαν στη διαμαρτυρία μας με προπηλακισμούς, χυδαίο υβρεολόγιο και απειλητικό τρόπο, εκτοξεύοντας σεξιστικά υπονοούμενα εναντίον των καθηγητριών, καθώς και απαξιωτικούς χαρακτηρισμούς για το επάγγελμά μας.
Οι ένστολοι αστυνομικοί από την άλλη πλευρά προσπάθησαν να μας απωθήσουν και να μας απομακρύνουν, δηλώνοντας ότι δήθεν δεν συμβαίνει τίποτε και ότι το επεισόδιο δεν μας αφορά.
Όλοι οι παρευρισκόμενοι ένστολοι αστυνομικοί και οι αξιωματικοί, αρνήθηκαν να μας ανακοινώσουν το όνομά τους και δεν έφεραν κανένα στοιχείο από το οποίο θα μπορούσε να διαπιστωθεί η ταυτότητά τους.
Ζητήσαμε από παρευρισκόμενο ανώτερο αξιωματικό της αστυνομίας (επί των επωμίδων του ένα χρυσό αστέρι)».
των καθηγητών του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης,
Γιάννη Μυλόπουλου, Δημήτρη Χασάπη,
Ελευθερίας Καρνάβου, Γιάννη Κρεστενίτη,
Γλυκερίας Καλφακάκου, Ελένης Χοντολίδου, Γιώργου Διβάρη,
Η βία και η αυθαιρεσία είναι, σ' ένα βαθμό, συνυφασμένες με τη λειτουργία της αστυνομίας σε όλες τις κοινωνίες. Αλλά μόνο στις απολίτιστες κοινωνίες (που κανοναρχούνται από ένα κράτος-πορνείο το οποίο φιλοδοξεί να επαναμεταβληθεί σε κράτος-σφαγείο), η βία και η αυθαιρεσία μπορεί να αποτελούν προβαλλόμενο πρότυπο, θεσμικά επικυρωμένο στοιχείο, εξουσιαστικά καλυπτόμενη και υπηρεσιακά δικαιωμένη συμπεριφορά ενός ειδικού τμήματος των δυνάμεων της «τάξης».
Η βία αποτελεί εγγενές δομικό στοιχείο της αστυνομίας ως κατασταλτικού θεσμού. Και εξαιτίας αυτού, είναι φυσικό να εμφιλοχωρούν σ’ αυτή αρκετές διεστραμμένες ψυχοπαθητικές προσωπικότητες, οι οποίες μπορούν να επιδίδονται ατιμώρητα σε ατομικές και συλλογικές ασκήσεις νεκροφιλίας και θανατολατρείας (έχοντας, πάντοτε, την κάλυψη της «προϊσταμένης αρχής», υπηρεσιακής και πολιτικής, και των συναδέλφων τους).
Αυτές οι ψυχιατρικές περιπτώσεις (που διαφεύγουν την ψυχιατρική θεραπεία, επειδή έχουν τη δυνατότητα να εκτονώνουν την κακοήθη επιθετικότητάς τους εναντίων ανυπεράσπιστων πολιτών, εκ του ασφαλούς, υποδυόμενοι τους αστυνομικούς), ανταποκρίνονται σε ένα νέο σωματικό, χαρακτηριοδομικό και συμπεριφορικό τύπο στο εν εξελίξει οργουελιανό «1984»:
• Ένα εξουσιαστικά μεταλλαγμένο ζόμπι, που η ύπαρξή του εξαντλείται στα χέρια, τα πόδια, το περίστροφο, το γκλοπ, κάποια γεννητικά όργανα (ανύπαρκτης ή αμφίβολης λειτουργικότητας) και έναν απλαστικό εγκέφαλο (ο οποίος διευκολύνει αφάνταστα την επιτέλεση του θεάρεστου λειτουργήματος του βασανιστή).
• Μια διεστραμμένη ψυχοπαθητική προσωπικότητα, ένα φρανκενσταϊνικό μείγμα Παπαχρόνη, Ντάλτον, Νταβέλη και κουτσαβάκη, που προγραμματίζεται εξουσιαστικά για να εκδηλώνει μια ανεξέλεγκτη καταστρεπτική επιθετικότητα και να δηλώνει ξεδιάντροπα με χίλιους τρόπους ότι (αυτό, το διανοητικά υπολειπόμενο ζόμπι) είναι το ευνοούμενο εκτελεστικό όργανο της εξουσίας και έχει εξοπλιστεί με το αποκλειστικό δικαίωμα «να γαμάει και να δέρνει», και αντιστρόφως.
• Ένα αποκρουστικό ανθρωποειδές (που η εμφάνισή του και μόνο, θίγει την αισθητική και προσβάλλει την αξιοπρέπεια κάθε πολιτισμένου ανθρώπου), το οποίο, με την αλαζονεία, τις κουτσαβάκικες κινήσεις, το ηλίθιο βλέμμα και τον πρωτόγονο λόγο του, εκτοξεύει εναντίον της κοινωνίας την αφόρητη χυδαιότητα, το απύθμενο κενό, την τρομακτική βαρβαρότητα και το καταχθόνιο ψυχοδιανοητικό του σύμπαν.
Συνεπώς, όσοι ένστολοι και μη επιδίδονται στο «ευγενές άθλημα» της κακοποίησης ανυπεράσπιστων πολιτών ή κρατούμενων, δεν είναι παρά θρασύδειλα ανθρωποειδή τα οποία χαρακτηρίζονται από ένα πελώριο έλλειμμα ανθρωπιάς, πολιτισμού, μόρφωσης, καλλιέργειας και ευαισθησίας, διακατέχονται από ένα αβυσσαλέο μίσος για οτιδήποτε ξεφεύγει από το στενό τους ορίζοντα, και –με την ύπαρξή τους- κάνουν να διαγράφεται σκοτεινό το μέλλον της κοινωνίας.